Κηδείες “δημοσία δαπάνη”

Δύο ηθοποιοί του ελληνικού θεάτρου πέθαναν αυτές τις μέρες.
Η Βέρα Ζαβιτσιάνου και ο Σταύρος Παράβας.
Η πρώτη αποφοίτησε από το Θέατρο Τέχνης, όπου και παρέμεινε επί αρκετά χρόνια ερμηνεύοντας αριστοτεχνικά, μερικούς από τους σημαντικότερους και απαιτητικότερους ρόλους του σύγχρονου διεθνούς ρεπερτορίου. Την ίδια πορεία συνέχισε και στο Εθνικό Θέατρο, ενώ παράλληλα συνεργάστηκε και με το Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη. Στην τηλεόραση εμφανίστηκε μόνο μια φορά.
Ο Σταύρος Παράβας υπήρξε ένας από τους γνωστότερους πρωταγωνιστές της φαρσοκωμωδίας. Εμφανίστηκε σε αρκετές ελληνικές ταινίες του είδους καθώς και σε βιντεοκασέτες, κυρίως δε, σε επιθεωρήσεις. Τα τελευταία χρόνια ερμήνευσε και τρεις-τέσσερις κλασικούς ρόλους.
Και οι δύο κηδεύτηκαν «δημοσία δαπάνη» και για τους δύο έκανε μια σχεδόν ίδιου περιεχομένου δήλωση ο Υπουργός Πολιτισμού, μάλιστα δε για τον δεύτερο εξέδωσε ανακοίνωση και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως και οι δύο αυτοί ηθοποιοί διασκέδασαν με τον καλύτερο τρόπο ο καθένας το δικό του κοινό. Και πως οι δύο προσέθεσαν στο θέατρο. Όπως και ότι όλα τα είδη της υποκριτικής είναι απαραίτητα στην εξέλιξη του Θεάτρου.

Είναι όμως δίκαιο να τιμηθούν με τον ίδιο τρόπο;
Να εξισωθεί η προσφορά τους;
Να μιλάμε για «μεγάλες ερμηνείες» και στις δύο περιπτώσεις;
Βεβαίως οι νεκροί δεδικαίωνται, αλλά και οι «δημοσία δαπάνη» κηδείες δεν είναι μόνο για τους πεθαμένους, μα και για τους ζωντανούς. Αναδεικνύουν μια κοινωνία ικανή να αναγνωρίσει εκείνους που έκαναν σε όλη τους τη ζωή θυσίες για να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, όπως επίσης δίνουν παράδειγμα πορείας στη ζωή για όσους την ξεκινούν τώρα, σε όποιον τομέα κι αν βρίσκονται.
Εν ολίγοις το «δημοσία δαπάνη» εμπεριέχει το «η πατρίς ευγνωμονούσα».
Και είναι γνωστό τι σήμαινε να παραμένεις ηθοποιός στο «Θέατρο Τέχνης», όταν ο Κάρολος Κουν και οι δραστηριότητές του βρίσκονταν υπό διωγμό. Τι σήμαινε και επαγγελματικά και κοινωνικά και οικονομικά. Όπως επίσης να ζεις με ένα μισθό δημοσίου υπαλλήλου, μόνο και μόνο για να μπορείς να παίζεις του ρόλους του Εθνικού Θεάτρου.

Αλλά επειδή καθημερινά φεύγουν από τη ζωή κι άλλοι άνθρωποι, που θυσίασαν πολλά για την Επιστήμη ή για πιο χαμηλόφωνες μορφές της Τέχνης ή για τον Άνθρωπο γενικότερα και ο θάνατός τους περνά στα ψιλά -και αν περνά- έρχεσαι να αναρωτηθείς:
Πλέον το επίσημο Κράτος τιμά με τις «δημοσία δαπάνη» κηδείες την προσφορά αληθινών προσωπικοτήτων ή κολακεύει τους υπηκόους του χειροκροτώντας μαζί τους όσους είναι για οποιαδήποτε αιτία σε αυτούς δημοφιλείς;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΒΙΤΣΟΣ -(Φωτογραφία: ΜΠΑΜΠΗΣ ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ)

5 σχόλια

  • Διά ταύτα… αυτό το “δημοσία δαπάνη” θα πρέπει να σταματήσει. Ο κάθε πολίτης αυτής της χώρας, όποιος και αν είναι, όποια και αν είναι η δουλειά του, έχει να δείξει την προσφορά του σε αυτό που λέμε Πατρίδα. Και δεν δικαιούται κανείς να κρίνει ποιός είναι περισσότερο πατριώτης από τον άλλον. Όλοι καταθέτουν την ψυχούλα τους…
    Όσον αφορά τον χώρο της Τέχνης, νομίζω ότι η προσφορά τού κάθε καλλιτέχνη είναι υποκειμενική υπόθεση. Άλλοι π.χ. θα πουν ότι η Ζαβιτσιάνου ήταν μεγαλύτερη από τον Παράβα, επειδή προσέφερε ποιοτικό θέατρο και άλλοι ότι ο Παράβας ήταν μεγαλύτερος από την Ζαβιτσιάνου, επειδή μέσω λαϊκών θεαμάτων έκανε να γελάσουν τα πικραμένα χείλη του Έλληνα…
    Τέλος, η συγκεκριμένη ηθοποιός, ήταν μία ξεχωριστή προσωπικότητα και δεν ξεχώρισε μόνον λόγω Κουν. Είχε τη δύναμη να λέει «όχι» και το σθένος να ζει σεμνά και απλά. Αυτή η αναφορά γίνεται, διότι υπήρξαν μεγάλοι ηθοποιοί, οι οποίοι δεν μπορούσαν να διαπερνούν τις «συμπληγάδες»…
    Ας μείνουν αξέχαστοι η Βέρα Ζαβιτσιάνου και ο Σταύρος Παράβας και ας εκτιμηθεί η προσφορά τους και η εντιμότητά τους στο Θέατρο και την κοινωνία.

  • Κύριε Ξανθίδη θέτετε πολλά θέματα μαζί.
    Σας παραθέτω τον αντίλογό μου:

    1. Δεν νομίζω ότι υπάρχει λόγος να σταματήσει το “δημοσία δαπάνη”. Κάθε αναγνώριση από την Πολιτεία της ιδιαίτερου ειδικού βάρους συμβολής κάποιων πολιτών της στην προαγωγή του Πολιτισμού -με τη γενική έννοια κι όχι μόνο εκείνη των Καλών Τεχνών- θεωρώ πως είναι θετική ενέργεια. Το ότι η βασίλισσα της Μεγ. Βρεττανίας απονέμει κάθε τόσο τίτλους ευγενείας σε προσωπικότητες, που αναδείχθηκαν ως σημαντικές, δεν έχει βλάψει το πολιτιστικό επίπεδο της χώρας. Αντιθέτως! Το ζήτημα πάλι κι εδώ είναι τα κριτήρια.
    2. Δεν μιλάμε για πατριωτισμό, αλλά για εκούσια ή ακούσια συμβολή στην προαγωγή του Πολιτισμού. Που μπορεί να μην υπάρχει ακούσια, επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ακόμα και το μεγαλύτερο ταλέντο θέλει δουλειά και δύσκολες επιλογές ζωής για να αποδώσει όσα περισσότερα μπορεί.
    3. Δεν θα ήθελα να σταθούμε στις δύο συγκεκριμένες περιπτώσεις της Ζαβιτσιάνου και του Παράβα. Έτυχε και κηδεύτηκαν συγχρόνως δημοσία δαπάνη και το γεγονός αυτό αποτέλεσε την αφορμή για την κουβέντα μας. Βεβαίως η προσφορά του καθενός καλλιτέχνη είναι υποκειμενική υπόθεση,όπως λέτε, αλλά για λίγο. Ο χρόνος έρχεται και την κάνει αντικειμενική βάζοντας τον καθένα στη θέση του. Όσο για τα πικραμένα χείλη του έλληνα δεν γίνονται λιγότερο πικραμένα μόνο με το γέλιο. Γίνονται και από την ψυχική ανάταση που προσφέρει η αληθινή Τέχνη. Τα τελευταία χρόνια έχουμε μάθει να λέμε
    “είμαι στενοχωρημένος, θέλω να δω κάτι να γελάσω ό,τι κι αν είναι αυτό”. Κι όμως μπορεί κανείς να νοιώσει ακόμη μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη ανακούφιση στη στενοχώρια του, αν ο καλλιτέχνης καταφέρει και το πάει σε ανώτερα επίπεδα αισθητικής. Και προς αυτό πρέπει να τείνει η καλλιτεχνική παιδεία ενός λαού, στην οποία συντείνουν και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες.

    4. Παρότι είναι μεγάλο το θέμα τού ποιος είναι πραγματικά σημαντικός καλλιτέχνης ή άνθρωπος του πνεύματος κλπ. ας πούμε ότι ο δημοφιλής στην εποχή του δεν είναι κατ’ ανάγκην μεγάλος. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από τον δικό σας χώρο, εκείνον της Δημοσιογραφίας: ποιος θυμάται σήμερα και ποιος εκτιμά τον Σπύρο Μελά, που στον καιρό του έλυνε κι έδενε σε όλα τα επίπεδα και ποιος τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, που λιμοκτονούσε. Δημοσιογράφοι και οι δύο.

    5. Θέλω να εκτιμώ τους ταλαντούχους καλλιτέχνες, που δεν θέτουν την ευκολία, την καλοπέραση και το χρήμα ως πρώτη επιλογή επένδυσης τους ταλέντου τους, αλλά θέτουν το να καλλιεργήσουν αυτό το ταλέντο έτσι ώστε να προάγουν την Τέχνη που επέλεξαν να υπηρετούν, με ενδεχόμενους περιορισμούς στην πολυτέλεια των ανέσεων της καθημερινότητάς τους, σε χρόνο, χρήμα, προβολή.
    Το καλύτερο βέβαια είναι οι τελευταίοι αυτοί καλλιτέχνες να είναι και οι καλύτερα αμειβόμενοι. Αλλά συνήθως η κοινωνία μας θέλει άλλους μόνο να σπέρνουν κι άλλους μόνο να θερίζουν.

  • Κύριε Βίτσο, συμφωνώ απόλυτα με την τελευταία παράγραφο, επιμένω να μην θεωρώ τους καλλιτέχνες “ξεχωριστούς πολίτες”, δεν με ενδιαφέρουν οι προαναφερόμενες ελισαβετιανές εκδηλώσεις του Ην. Βασιλείου, συμφωνώ ότι “τα ανώτερα επίπεδα αισθητικής” χρειάζονται παιδεία (που δεν μας προσφέρεται) και ας είναι καλά το star system που δημιουργεί την αντικειμενικότητα για τους “μεγάλους” πάσης ιδιότητας.
    Κατά τα άλλα, κ. Βίτσο, υποπτεύομαι ότι κάνετε απόπειρα ώστε να αναθμιστεί το θέμα σε άκρως κοινωνικό, αλλά δεν… τσιμπάω! Το “δημοσία δαπάνη” θεωρώ πως είναι μόνον για απόρους και για “αγνώστου ταυτότητος”. Εάν κάποιοι θέλουν να τιμούν π.χ. τους σημαντικούς της Τέχνης, ας το κάνουν όταν βρίσκονται εν ζωή και όχι να “ξεντροπιάζεται” το υπουργείο Πολιτισμού, πληρώνοντας τα έξοδα μιάς κηδείας.

  • Kάποιος είπε πως “ο πραγματικά μεγάλος δεν το ξέρει, κι ας το ξέρει δεν το λέει”. Ο πραγματικά μεγάλος, λοιπόν, ή αδιαφορεί για τις εν ζωή τιμές ή ,τουλάχιστον, εξετάζει ποιός δίνει την τιμητική διάκριση πριν την πάρει.
    Ο Ελύτης πήρε το Νόμπελ, αλλά δεν δέχθηκε να γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, βλέποντας ποιους θα αποκτούσε για συναδέλφους του, αν δεχόταν.
    Όχι σαν κάτι πνευματικούς ανθρώπους επαναστάτες/τριες του γλυκού νερού, που, ναι μεν είναι έξω απ’ όλα και κατά της δημοσιότητας, αλλά από την άλλη έσπευσαν να γίνουν Ακαδημαικοί…
    Όχι τίποτ’ άλλο, αλλά είναι γνωστό ότι Ακαδημαικός στην Ελλάδα χωρίς να προηγηθεί πάρε-δώσε και ίντριγκα δεν γίνεσαι!

  • … Εκτός και αν αποδείξεις στην Ακαδημία Αθηνών (και… Σίνα γωνία!) ότι έχεις ιδιαίτερη έφεση στην καταγραφή λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας! Και για την ιστορία, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 το Λεξικό είχε φτάσει στο γράμμα “Δ”, αλλά δεν ξέρω τι επεξήγηση δίνεται στο “δημοσία δαπάνη”! Και στις αρχές της δεκαετίας του ’90, στο “Ζ”. Με βάση πρόχειρους υπολογισμούς, σήμερα θα πρέπει να έχει φτάσει στο.. “Θ”. Να ένα ωραίο ρεπορτάζ*!
    Για να μην αρχίσουμε κι εδώ τις γκρίνιες, θα πρέπει να σημειωθεί πως όταν γίνεται κάποιος ακαδημαϊκός, αποκτά… αθανασία και επειδή ως “αθάνατος” δεν έχει την αίσθηση του χρόνου, γι’ αυτό ίσως αργοπορεί το Λεξικό! Τι να πει κανείς…
    * Παλιά οι πολιτιστικοί-καλλιτεχνικοί συντάκτες έκαναν τέτοιου είδους ρεπορτάζ και στα στούντιο της “αμαρτωλής” κρατικής τηλεόρασης δεν καλούσαμε την κυρία Βούλα Μπούλα για να μας μιλήσει για το στριγκάκι της, αλλά κάποιον π.χ. Πέτρο Χάρη τότε πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών για να μιλήσει περί Λεξικού και άλλων τινών… Και λέγαμε πότε θα έρθει η ιδιωτική τηλεόραση για κάνουμε κάτι το “ζωντανό”. Και ήρθε – έτσι για να πάρουν την εκδίκησή τους η ΕΡΤ και η ΥΕΝΕΔ (ή και ΕΡΤ-1 & ΕΡΤ-2)! Δημοσία δαπάνη πήγανε κι αυτές…

Κλικάρετε εδώ για να σχολιάσετε