Money, money, money…

Ανακοινώθηκαν προχθές, από το Εθνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού, του Υπουργείου Πολιτισμού, οι επιχορηγήσεις για την περίοδο 2007-2008.
Σύνολο 3.280.000 ευρώ, παρακαλώ, που δόθηκαν σε 70 θεατρικούς θιάσους και 17 ομάδες χορού.
Με την ανακοίνωση άρχισαν και οι φίλα προσκείμενοι δημοσιογράφοι διαφόρων θεατρώνηδων (και συγνώμη για την καθόλου trendy, αλλά τόσο κυριολεκτούσα έκφραση ) τα παράπονα. Δόθηκαν, λέει, τρεις μήνες μετά τη λήξη της θεατρικής περιόδου. (Δεν αποκλείεται να ζητήσουν και τόκους υπερημερίας). Μοιράστηκαν από λιγότερα λεφτά σε περισσότερους θιάσους και εκτός από τους κάθε χρόνο χαρτζιλικούμενους προστέθηκαν και αρκετοί νεότεροι και ελπιδοφόροι. Κακό αυτό ε; Κακό για ποιους όμως; Για τους απωλέσαντες έσοδα ίσως, για το θέατρο όμως γιατί; Αλλά θα μου πείτε, το θέατρο θα κοιτάξουν τώρα ή την τσέπη τους; Γιατί δεν είναι απαραίτητο τα συμφέροντα και των δύο να συμπίπτουν!
Και ας μην θεωρηθεί πως είναι ποσά ευκαταφρόνητα. Ξεκινούν από 150.000 ευρώ και καταλήγουν στις 15.000 για τα νέα θεατρικά σχήματα.

Για να έχουμε καλό ερώτημα: Ο θεατρώνης δεν ασκεί εμπορία; Και, όταν ένας έμπορος δεν μπορεί να κρατηθεί από την αγορά, δεν το κλείνει το μαγαζί του; Και για ποιον λόγο θα πρέπει ο καθένας μας να συνεισφέρει ώστε τα μαγαζιά που δεν τα θέλει η αγορά να διατηρούνται ανοικτά;
“Για να στηριχθεί το Θέατρο και ο Χορός”, θα μου απαντήσετε. Όμως για να χρειάζονται χορηγίες για τα θέατρα κάποιο από τα εξής τινά θα πρέπει να συμβαίνει:
• Είτε οι θεατρώνες δεν λειτουργούν ως έμποροι, αλλά βαράνε έξοδα αβέρτα με την προοπτική πως ό,τι λείψει θα τους το καλύψει ο προϋπολογισμός,
• Είτε οι θεατρώνες κερδίζουν από τις παραστάσεις, αλλά θέλουν να θησαυρίζουν προσθέτοντας στα έσοδά τους και τις κρατικές επιχορηγήσεις,
• Είτε τα έργα που ανεβάζουν είναι εκτός τόπου και χρόνου και ο καθένας κάνει το κέφι του με κρατικά λεφτά,
• Είτε το κοινό είναι απαίδευτο και δεν καταλαβαίνει από ποιοτικό θέατρο.
 Ό,τι και να ισχύει σημαίνει πως το όλο σύστημα στο ελληνικό θέατρο νοσεί. Και ότι με τις χορηγίες δεν πρόκειται ποτέ να περάσει στην ανάρρωση.

Κι αυτό επειδή τα πράγματα πρέπει να γίνονται ακριβώς ανάποδα:
• Το Κράτος φροντίζει μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και την ενημέρωση γενικά, να ανεβάζει το κριτήριo του κοινού όσον αφορά στο θέατρο και να στο κάνει να επιζητεί την ποιότητα.
• Οι θίασοι ανάλογα με τις επιταγές του κριτήριου του κοινού επιλέγουν τις παραστάσεις που θα ανεβάσουν.
• Η επόμενη παράσταση εξαρτάται από τα έσοδα της προηγούμενης.
• Άμα τα έσοδα αυτά είναι πολλά, καλώς να θησαυρίσουν όσοι ανέβασαν την επιτυχημένη καλλιτεχνικά και εμπορικά παράσταση.
Μήπως, λοιπον, τα τρία και πλέον εκατομμύρια ευρώ, αντί να μοιράζονται σε όποιον κτυπάει την πόρτα του Υπουργείου, έπρεπε να αξιοποιούνται για την θεατρική παιδεία του κοινού;

Kαι πάμε παραπέρα: Τι σόι θεατρική πολιτική είναι αυτή, που ο καθένας μπορεί να κρίνει τι θέλει ο ελληνικός θεατρικός χώρος, να ανεβάσει ό,τι του περάσει από το τσερβέλο, όπως και όπου θέλει, και μετά να έχει και την αξίωση να του το πληρώσει ο ελληνικός λαός, είτε του αρέσει αυτό που ανέβασε, είτε όχι; Δεν θα έπρεπε να υπάρχει ένα πλαίσιο -πάντα με γνώμονα την θεατρική εκπαίδευση του κοινού- πλαίσιο που να μπαίνει σε δημόσιο διάλογο, και με βάση την υλοποίηση αυτού θα γίνονται οι επιχορηγήσεις;
Επιπλέον: Γιατί να μην επιχορηγείται και η Επιθεώρηση; Το ελληνικότατο αυτό είδος. Επειδή κάποιοι αποφάσισαν πως είναι μπασκλάς; ΄Η επειδή ασκεί σατιρική κριτική, ιδίως στην εκάστοτε Κυβέρνηση;
Το θέμα όμως έχει και μια άλλη πλευρά: Ποιος είναι αυτός που αποφάσισε ότι οι Τέχνες που χρειάζεται η Χώρα είναι το Θέατρο, ο Χορός και ο Κινηματογράφος; Η Μουσική, η Λογοτεχνία, η Ιστορία. τα Εικαστικά κλπ. να πάνε να πνιγούν; Δηλαδή τα μουσικά σχήματα ή οι συνθέτες, οι εκδότες, οι γκαλερί ασκούν εμπορία και μόνο οι θεατρώνηδες, οι σκηνοθέτες -θεάτρου και κινηματογράφου- και οι χορευτές ασκούν Τέχνη; Κι αν όχι, γιατί δεν δίνεται ποτέ ούτε ένα ευρώ και σε αυτούς ή κάποιους από αυτούς, που θα κριθεί πως προσφέρουν στην πολιτιστική ζωή του τόπου;
Κι ακόμα: Όλοι αυτοί που βγάζουν περιοδικά τέχνης, λογοτεχνικά, για τον κινηματογράφο, το θέατρο, τη μουσική κλπ. γιατί δεν έχουν ούτε καν ατέλεια στα ΕΛΤΑ; Δεν τους θέλει η Χώρα; Δεν βοηθούν τον πολιτιστικό χώρο; Και δεν ενοχλεί το ότι από τη μεταπολίτευση κι εδώ δεκάδες τέτοια περιοδικά, άνοιξαν κι έκλεισαν, αφού πριν οι εκδότες τους δαπάνησαν ένα κομμάτι της περιουσίας τους -ή και όλη- στην προσπάθειά τους να τα συντηρήσουν όσο το δυνατόν επί μακρότερον;
Όπως και να έχει το θέμα, οι μόνοι που μπορούν να έχουν δικαίωμα να επιχορηγούνται από τον προϋπολογισμό είναι οι νέες προτάσεις και εφόσον αποδείξουν πως είναι όντως νέες -κι όχι δήθεν νέες- κι ελπιδοφόρες. Από όλον όμως το χώρο του Πολιτισμού νέες προσπάθειες και όχι παραπάνω από πέντε χρονιές η καθεμία. Αν και τότε, παρά την κρατική χορηγία, δεν μπορέσει να σταθεί η νέα αυτή προσπάθεια στα πόδια της στην αγορά, ας κλείσει, ας μεταλλαχθεί, ας δώσει τη θέση της σε μια άλλη. Όχι τώρα που δεκάδες σκηνοθέτες, ηθοποιοί και θίασοι έχουν εξασφαλίσει εισόδημα για όλη τους τη ζωή από τον κρατικό κορβανά, ανεβάζοντας ό,τι τους αρέσει, ενώ παράλληλα αναδεικνύονται σε τάχα ικανούς παράγοντες του θεάτρου, τη στιγμή που χωρίς τα κρατικά χρήματα δεν θα μπορούσαν να επιζήσουν ούτε ένα χρόνο!
Και που, αν τολμήσει το όμηρο στην παραφουσκωμένη από τα ΜΜΕ φήμη τους να τους καθυστερήσει ή να τους μειώσει τα “μπερντέ”, να βάζουν τις ιερεμιάδες της δημοσιογραφίας να τραβάνε τα μαλλιά τους ότι πάει καταστράφηκε το ελληνικό θέατρο ή ο ελληνικός κινηματογράφος, αν δεν πάρουνε οι συγκεκριμένοι εκείνοι τα εκατομμύρια μας!

ΥΓ: Διαβάζω πως το “Θέατρο του Νότου” επιχορηγήθηκε με 150.000 ευρώ. Μα δεν το έκλεισε ο ιδρυτής κι εμψυχωτής του κ. Γ. Χουβαρδάς, που μετά δεκαετίες επιχορηγήσεων στο θέατρο “Αμόρε” αναδείχθηκε σε γενικό δερβέναγα του Εθνικού Θεάτρου;
Ή μήπως οι κρατικές επιχορηγήσεις δεν δίνονται για να συνεχίσει ένα θεατρικό σχήμα το έργο του, αλλά για να πληρώσει τα αλόγιστα χρέη του;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΒΙΤΣΟΣ  -(Φωτογραφία: PIX)

Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο: http://vitsos.blogspot.com/

3 σχόλια

  • Απολύτως ορθά τα όσα επισημαίνετε. Για την ιστορία (που πάντα είναι χρήσιμη) πρέπει να πω πως ο θεσμός αυτός των κρατικών επιχορήγήσεων επινοήθηκε από την αξιαγάπητη Μελίνα, η οποία, με την έμπνευσή της αυτή, προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ της αγάπης της για τους καλλιτέχνες και της λαϊκίστικης πολιτικής. Δηλαδή να διευρύνουμε τη βάση των οπαδών του ΠΑΣΟΚ (ούτε καν του σοσιαλισμού). Αποτέλεσμα: Να εξελιχθεί ο θεσμός στο έκτρωμα που περιγράφετε.
    Αυτό που ισχύει είναι το γαλλικό σύστημα, ενώ αντικειμενικότερο είναι το γερμανικό. Δηλαδή να επιχορηγούνται 35 με 40 ΚΡΑΤΙΚΑ θέατρα σε όλη την Ελλάδα, τα οποία να αποτελούν φορείς πολιτισμού, σε όλες τις άκρες της Επικράτειας και πέραν αυτού τίποτε άλλο. Άλλωστε, που ακούστηκε ότι θα πρέπει τη θεμιτή, κατά άλλα, φιλοδοξία κάθε νέου καλλιτέχνη, να την πληρώνει ο Έλληνας φορολογούμενος, όταν μάλιστα με τα θεατρικά σχήματα που συγκροτούν, αναλαμβάνουν και το επιχειρηματικό ρίσκο της προσπάθειας, αφού κόβουν και εισιτήρια.
    Όσον αφορά στους δημοσιογράφους, συνήθως στο επιχείρημα ότι δεν είναι δυνατόν να διαμορφώνουμε θεατρικά σχήματα-δημοσίους υπαλλήλους, η στερεότυπη απάντηση είναι ότι αν δεν υπήρχαν οι επιχορηγήσεις δεν θα αναδεικνύονταν νέα αξιόλογα ταλέντα. Μπορεί να ισχύει και αυτό αλλά φαντάζομαι ότι και κάθε δημοσιογράφος ενδεχομένως να νομίζει ότι μέσα του κλείνει ένα ταλέντο εκδότη, περιοδικού ή εφημερίδας, αλλά δεν καλείται το κράτος -επαναλαμβάνω οι φορολογούμενοι- να του πληρώσουν το βίτσιο του αυτό.
    Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με τον τρόπο που ισχυει ο θεσμός, κάποιοι μπορεί να αισθάνονται αδικημένοι ενώ θα άξιζαν κάτι περισσότερο. Πως όμως να μην αισθάνονται αδικημένοι από ένα σύστημα τόσο άδικο, που προβλέπει πάγια και άνευ αξιολόγησης, καταβολή της μερίδας του λέοντος της κρατικής χορηγίας, στα λεγόμενα ιστορικά σχήματα(!), τα οποία ούτως ή άλλως έοχυν κοινό και κόβουν εισιτήρια, με αποτέλεσμα να μένουν ψίχουλα για τους νέους καλλιτέχνες, περι των οποίων κόπτονται όλοι και κυρίως οι δημοσιογράφοι;
    Όντως θα έπρεπε να δίνεται μία οικονομική ενίσχυση σε νέες ελπιδοφόρες προσπάθειες, όπως επισημαίνετε. Το τι είναι όμως ελπιδοφόρο και ποιος θα το κρίνει είναι κάτι το πολύ σχετικό. Διότι θα πρέπει να ξέρετε ότι μέσα σ’ αυτούς που επαιτούν και απαιτούν την επιχορήγηση, η μεγάλη πλειοψηφία είναι θεατρικές ασυναρτησίες που καμουφλάρονται -όπως τόσα πράγματα στην Ελλάδα- με τον μανδύα του νεωτερισμού. Γι’ αυτό και θα παραμένει το ερώτημα: Είναι ελπιδοφόρο κάτι που αρέσει στο κοινό ή μόνο στον δημιουργό του; Διότι τότε, αν ο δημιουργός θέλει να αρέσει το έργο του μόνο στον ίδιο, ας κάνει τη δημιουργία του μέσα σ’ ενα δωμάτιο και ας την απολαύσει ο ίδιος, χωρίς να ζητάει και από μένα τον φορολογούμενο, εκτός από τα ελλειμματικά Ταμεία και τις ΔΕΚΟ, να πληρώνω και την πολιτιστική του φαντασίωση…

  • Το τι είναι ελπιδοφόρο θα το κρίνει το κοινό αποκλειστικά και μόνο. Το κοινό όμως το οποίο από το εκπαιδευτικό σύστημα, τις κρατικές σκηνές, ιδίως δε από την κρατική τηλεόραση που διπλο-τριπλο-χρυσοπληρώνουμε να έχει διαρκή θεατρική επιμόρφωση, ώστε να αποκτήσει κριτήριο και να μη κρίνει ως αριστούργημα την κάθε ακαταλαβίστικη παπαρδέλα που του σερβίρουν, αλλά να μπορεί να κράζει, όπως τον παλιό καλό καιρό του μαξιλαρώματος.
    Όταν λοιπόν ένας νέος θίασος παρουσιάσει μια παράσταση που να προκαλέσει την επιδοκιμασία του κοινού με την προσέλευσή του, να επιχορηγηθεί για να έχει τις οικονομικές προυποθέσεις για να ανεβάσει μεγαλύτερη παραγωγή ή να αποκτήσει και δεύτερη σκηνή κλπ. Και μάλιστα, επειδή τα θαύματα δεν επαναλαμβάνονται εύκολα, να του δοθεί επιχορήγηση για τέσσερα-πέντε χρόνια. Αν μετά από όλο αυτό δεν μπορέσει να αποκτήσει οικονομική αυτάρκεια ή έστω ιδιωτικές χορηγίες, ας κλείσει. Περιμένουν κι άλλοι για να στηριχθούν και να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους και γεννιούνται ακόμη περισσότεροι με ίδιες φιλοδοξίες και δεξιότητες.

  • Εποικοδομητική η κουβέντα – άρα ενοχλητική σε «κέντρα» και παράκεντρα, που όταν πέσει ο… γενικός, πέφτει και βαρύ σκοτάδι!
    Δυστυχώς στη χώρα όπου γεννήθηκε το Θέατρο και θεοποιήθηκε η Τέχνη, θεωρείται πια απαραίτητο να οριοθετηθεί η έννοια του «ποιοτικού» ή μη θεάματος-ακροάματος. Και εφ’ όσον συμβεί αυτό τότε ίσως θα πρέπει να σκεφθούμε μήπως και χρειάζεται κάποια ανασυγκρότηση στην Εκπαίδευση, ώστε οι μέλλοντες δημιουργοί, ερμηνευτές-εκτελεστές και θεατές, να είναι εις θέσιν να επιλέγουν. Και να… εκλέγουν! Αυλαία.

Κλικάρετε εδώ για να σχολιάσετε