Τι θα έλεγε ο Αριστοτέλης στη Siemens

aristotleΑν επισκεφθείτε τον ιστοχώρο της Ζήμενς Ελλάς (www.siemens.gr),

θα δείτε μερικές ενδιαφέρουσες αναφορές στην επιχειρησιακή ηθική.

Η εταιρία περιγράφει τις αξίες της, στις οποίες συγκαταλέγεται η «μέγιστη απόδοση με την πιο υψηλή ηθική».
Η υπευθυνότητα αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της εταιρικής ηθικής για τη Ζήμενς: «Δεσμευόμαστε να ενεργούμε πάντα με δεοντολογία και υπευθυνότητα. […] Στη Siemens είμαστε αποφασισμένοι να συναντάμε- και όπου αυτό είναι δυνατό, να υπερβαίνουμε – όλες τις νομικές και ηθικές απαιτήσεις. Είναι ευθύνη μας να κάνουμε τη δουλειά μας σύμφωνα με τα πιο υψηλά επαγγελματικά και ηθικά πρότυπα και πρακτικές». Η εταιρία δεν αρκείται στα πρότυπα ηθικής συμπεριφοράς που η ίδια δεσμεύεται να ακολουθήσει, αλλά επιδιώκει να τα διαδώσει και στους εταίρους της: «Πρέπει […] να ενθαρρύνουμε τους επιχειρηματικούς μας συνεργάτες, τους προμηθευτές, τους υπαλλήλους και τους υπόλοιπους μετόχους μας να υιοθετούν ένα παρόμοιο πρότυπο ηθικής συμπεριφοράς».

Στον απόηχο του πρωτοφανούς σκανδάλου των τεράστιων κονδυλίων που η Ζήμενς δαπανούσε για «την καλλιέργεια του πολιτικού τοπίου» στην Ελλάδα και σε δεκάδες άλλες χώρες, γνωρίζουμε σήμερα ότι οι διακηρύξεις περί επιχειρησιακής ηθικής ήταν το προπέτασμα καπνού για τη διεκπεραίωση των διεφθαρμένων οικονομικών της συναλλαγών. Βέβαια, δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία εταιρία της οποίας η προπαγάνδα καλύπτει ηθικά αξιόμεμπτες συναλλαγές. Το ενδιαφέρον όμως είναι αλλού: ακόμα και μια εταιρία που επιδίδεται σε πράξεις διαφθοράς, δεν μπορεί παρά να επικαλείται κανόνες ηθικής στο εσωτερικό της.

Στο μέτρο που απαρτίζεται από έλλογα όντα, η επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να αναφέρεται τόσο σε συλλογικούς σκοπούς, όσο και σε συλλογικά κριτήρια αριστείας που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά των μελών της. Παραδείγματος χάριν, η Ζήμενς υπόσχεται, σε διαφήμισή της, να «συμβάλλει στην πρόοδο της Ελληνικής κοινωνίας», απαντώντας «σε χιλιάδες ερωτήματα, κάνοντας την αποστολή της για μια καλύτερη ζωή πραγματικότητα». Στους «κανόνες επιχειρησιακής συμπεριφοράς» προς τα μέλη της, η εταιρία διακηρύσσει τη πίστη της στη «σύννομη συμπεριφορά» και δεσμεύεται ότι «η ακεραιότητα κατευθύνει τη συμπεριφορά μας προς τους συνεργάτες μας, τους συναδέλφους, τους μετόχους και το κοινό γενικότερα». Προσέξτε ότι η εταιρία υιοθετεί το λεξιλόγιο τόσο των κοινωφελών σκοπών όσο και της εταιρικής ευπραξίας – προβάλλει, δηλαδή, τόσο τους σκοπούς όσο και τα κριτήρια αριστείας που οφείλουν να ακολουθούν τα μέλη της.

Ο Αριστοτέλης θα ήταν περήφανος με μια τέτοια γλώσσα εταιρικής αυτοκατανόησης και θα υπογράμμιζε τις δεσμεύσεις που αυτή επιβάλλει. Θα μας θύμιζε ότι μια επιχείρηση, νοούμενη πρωτίστως ως μια κοινότητα ελλόγων όντων, δεν μπορεί παρά να ενσωματώνει ηθικά προτάγματα στη συμπεριφορά της – πως πρέπει να δρα. Η ηθική, θα έλεγε ο μεγάλος φιλόσοφος, δεν είναι κάτι για το οποίο αναρωτιόμαστε αφού πρώτα οργανώσουμε τις παραγωγικές μας δραστηριότητες [1]. Αντιθέτως, η ηθική ενυπάρχει ήδη, ευθύς εξαρχής, στην επιχειρηματική δραστηριότητα από τη στιγμή που η τελευταία επιτελείται από έλλογα όντα στο πλαίσιο ενός συλλογικού εγχειρήματος (της επιχείρησης), μέσα σε ένα ευρύτερο κοινωνικό σύστημα.

Η εταιρία που δωροδοκεί και διαφθείρει πολιτικούς και στελέχη κρατικών οργανισμών υποσκάπτει την υπόστασή της ως συλλογική οντότητα: αφενός μεν διακινδυνεύει την κοινωνική νομιμοποίησή της, αφετέρου δε αποτυγχάνει να συγκροτηθεί ως κοινότητα αξιών. Όπως οι πολιτικοί τρομοκράτες διολισθαίνουν, αργά ή γρήγορα, σε πράξεις του κοινού ποινικού δικαίου (κλοπές, ληστείες, κλπ), έτσι και η επιχείρηση που συστηματικά διαφθείρει, διολισθαίνει σε πράξεις εσωτερικής διαφθοράς. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1/5 των «μαύρων ταμείων» της Ζήμενς υπολογίζεται ότι κατέληξε στους τραπεζικούς λογαριασμούς των διαχειριστών τους.

Η εταιρία που συστηματικά καταφεύγει σε διεφθαρμένες πρακτικές στις συναλλαγές της με το κράτος για να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, αναγκάζεται να ζει σχιζοφρενικά: από τη μια μεριά είναι υποχρεωμένη να επικαλείται τα κριτήρια αριστείας που πρέπει να κατευθύνουν τις συμπεριφορές των μελών της, ενώ από την άλλη τα καταπατά στη συμπεριφορά της. Ακόμη χειρότερα, είναι υποχρεωμένη να αποκρύπτει την αθέτηση των δεσμεύσεών της από τον ίδιο της τον εαυτό και να κατασκευάζει μια «ιδιωτική γλώσσα» για να περιγράφει τις πρακτικές της. Το πρόβλημα με την ιδιωτική γλώσσα, όπως προσφυώς παρατήρησε ο Βιτγκενστάιν, είναι ότι, στο μέτρο που δεν είναι δημόσια, δεν παρέχει στους χρήστες της τα κριτήρια να διακρίνουν το σωστό από το λάθος – εξού και η διολίσθηση σε όλο και πιο διεφθαρμένες πρακτικές.

Το πρόβλημα της Ζήμενς, τελικά, είναι απλό: δεν είναι μόνο ότι η διαφθορά αργά η γρήγορα θα αποκαλυπτόταν, ούτε μόνο ότι άλλα λέει κι άλλα κάνει, αλλά, κυρίως, ότι καθιστά την υποκρισία ρυθμιστικό παράγοντα του συλλογικού εταιρικού βίου. Η υποκρισία στέρησε την εταιρία από το κατάλληλο λεξιλόγιο που θα της επέτρεπε να αναζητήσει και να διορθώσει τα λάθη της. Γι αυτό και το επόμενο βήμα στη διαφθορά είναι μεγαλύτερη διαφθορά!

Μπορεί ο κ.Χριστοφοράκος να αύξησε την κερδοφορία της Ζήμενς Ελλάς, υπέσκαψε όμως με τις πρακτικές του τα θεμέλια της ίδιας της ύπαρξής της. Δεν ξέρω τι σκέπτεται ο ίδιος, ξέρω όμως τι θα του έλεγε ο Αριστοτέλης: «δεν μπορούμε να είμαστε φρόνιμοι αν δεν είμαστε αγαθοί». Είναι εύκολο να κερδίσεις χρήματα, είναι πολύ πιο δύσκολο όμως να επιτύχεις τη «μέγιστη απόδοση με την πιο υψηλή ηθική».Και ο καλός ηγέτης στα δύσκολα κρίνεται.

[1] βλ. Χ. Τσούκας, Αν ο Αριστοτέλης ήταν Διευθύνων Σύμβουλος, Καστανιώτης, 2005, 2η έκδοση

ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΤΣΟΥΚΑΣ
http://htsoukas.blogspot.com

1 σχόλιο

  • @ Φίλτατε κ. Τσούκα, το πρόβλημα της Ζήμενς, δεν είναι της Ζήμενς ή τουλάχιστον μόνον της Ζήμενς. Βέβαια θα πέσουμε στο πρόβλημα κότας και αυγού, ακόμη και αν συζητήσουμε περί χρήματος και δημοσίου λειτουργήματος. Οπότε ας δεχθούμε ότι το πρόβλημα είναι συνειδησιακό ή, αν προτιμάτε, εκ του «φυτικού του νοός εκπορευόμενο».
    Το ερώτημα, το οποίο και δεν αλλάζει την φύση του προβλήματος όπως το θέτετε, δεν είναι αν «η διαφθορά αργά η γρήγορα θα αποκαλυπτόταν, ούτε μόνο ότι άλλα λέει κι άλλα κάνει, αλλά, κυρίως, ότι καθιστά την υποκρισία ρυθμιστικό παράγοντα του συλλογικού εταιρικού βίου». Το ερώτημα είναι αν οι όποιοι εκμαυλιστές συνειδήσεων έχουν, με όποιον τρόπο και από όπου, τις διαβεβαιώσεις ότι «δεν τρέχει κάστανο». Διότι είναι βέβαιον ότι γνωρίζουν πολύ καλά πως η μνήμη των κοινωνιών είναι και κοντή και επιλεκτική. Κόραξ δε κόρακος οφθαλμόν ουκ εκβάλλει.
    Όσον αφορά στην Ηθική, γνωρίζετε ότι δεν έχει, ως πρακτική, την σημασία που ο φιλόσοφος της προσέδιδε.
    Πρώτον, σήμερα η Ηθική συνιστά πλήθος. Η ηθική της ελευθέρας βουλήσεως, η ηθική του ατόμου, η ηθική της κοινωνίας, η ηθική του εμπορίου, η ηθική του νομικού κόσμου κ.ο.κ.
    Δεύτερον, έχει καταντήσει λάστιχο, δηλαδή ο καθένας την τεντώνει ή την μαζεύει όσο τον εξυπηρετεί.
    Και τρίτον, από ουσιαστική έννοια και ουσιαστικό, έχει καταντήσει δευτερεύουσα ή και τριτεύουσα έννοια και… επίθετο. Το οποίο μάλιστα έχει άπειρα παραθετικά: Ηθικός, πιο ηθικός, λίγο, λιγώτερο, λιγουλάκι πιο λίγο ηθικός, πολύ, λίγο πιο πολύ, πολύ ποιο πολύ ηθικός κ.ο.κ. μέχρι να βγάλη ο ήλιος κέρατα.
    Έτσι η εταιρική ηθική καθίσταται εκ των πραγμάτων ετερική, δηλαδή ηθική του άλλου, διότι η δική μας είναι πάντα η πρέπουσα.
    Σας ευχαριστώ για την αριστοτελική υπενθύμιση.
    Αλήθεια, σε ποια θέση κατέταξαν οι «Έλληνες» ψηφοφόροι τον «Αρίστο»; Ή μήπως «Τέλη»;

Κλικάρετε εδώ για να σχολιάσετε