Πριν από 161 χρόνια, επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη ο επτανήσιος ριζοσπάστης Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος. Το Μάρτιο του 1857, είχε επιστρέψει στην Κεφαλονιά από εξορία πεντέμισι ετών στα Αντικύθηρα. Η άθλια οικονομική του κατάσταση και η επιτακτική ανάγκη του να ανακάμψει οικονομικά για να μπορεί να στηρίξει την πολυμελή οικογένειά του, τον οδήγησαν λίγους μήνες μετά, στην Αθήνα, για να αναζητήσει καλύτερη επαγγελματική τύχη.
Στην Αθήνα έφτασε 10 Οκτωβρίου 1857 και έμεινε ως τα τέλη Μαρτίου 1859, χωρίς ωστόσο να τελεσφορήσουν οι προσπάθειές του για επαγγελματική αποκατάσταση.[1] Ακολούθως, επέστρεψε στην γενέτειρά του. Λίγο αργότερα, 1η Νοεμβρίου 1859 αναχώρησε από την Κεφαλληνία, με ενδιάμεση ολιγοήμερη παραμονή στη Σύρο και τελικό προορισμό την Κωνσταντινούπολη.
Μέσα Νοεμβρίου 1859 είχε φτάσει «εις τα Ηλύσια πεδία και εις τας χώρας των Μακάρων».[2] Έγραφε, ότι «πρώτην φοράν παρίστατο ενώπιόν μου η αρχαία του Βυζαντίου πόλις, και η σημερινή ούτως ειπείν βασιλίς του κόσμου»,[3] και ότι:
Η ιδέα όμως ην είχον συλλάβει πριν της αφίξεώς μου, και η εικών ήτις με κατέθελξεν εκ του ατμοπλοίου, διελύθησαν ως καπνός μετά την αποβίβασίν μου˙ έτι δε μάλλον εσβύνετο η φαντασία μου, και εξηλείφοντο αι πρώται μου εντυπώσεις, όσον επεκτείνοντο εσωτερικώς αι έρευναί μου, και όσον παρετήρουν το είδος του βίου των ανθρώπων, την ποικιλίαν των φυλών και γλωσσών, την κοινωνικήν και ηθικήν αταξίαν, και τον τρόπον καθ’ον εδιοικούντο τα δημόσια. Αλλά πιεζόμενος υπό της ανάγκης, και μη έχον έτερον ορμητήριον, ώφειλον εκών άκων, αν δεν απεδιωκόμην και εντεύθεν, να υποκύψω εις την ειμαρμένην μου.
Περιερχόμενος τις τη πάλαι ποτέ έδραν των Κωνσταντίνων, και σήμερον των Σουλτάνων, κατακυριεύεται μεν υπό παραβόλου τινός εκπλήξεως και θρησκευτικού συνάμα σεβασμού, αναπολών εις τον νουν του τα ηρωϊκά του παρελθόντος ανδραγαθήματα μετά μεγίστων παραπτωμάτων, και προσκόπτων κατά παν αυτού βήμα εις τα εισέτι σωζόμενα λείψανα των Ελληνικών αρχαιοτήτων και των χριστιανικών τροπαίων. Αλλά παρατηρών ταυτοχρόνως την αντίθεσιν της ενεστώσης των πραγμάτων καταστάσεως, αι πρώται αυτού εντυπώσεις και αναμνήσεις μεταβάλλονται εν ακαρεί εις αισθήματα αγανακτήσεως και αθυμίας.
Ο Μωαμεθανισμός ούτε την υλικήν, ούτε την ηθικήν τάξιν μετέβαλεν επί το βελτιώτερον˙ τα πάντα απεναντίας κατεβαρβάρωσε και κατερρύπωσεν. Η πόλις παντού γέμει ακαθαρσίας και δυσωδίας, οι άνθρωποι περιπατούν και ζουν ως οι σκώληκες εντός της κοπρίας, ο βίος των είναι κάτι τι χειρότερος από κτηνώδης, η ημέρα παρέρχεται εις αχθοφορικάς εργασίας εντός του βορβόρου του Γαλατά, και η νυξ εις βακχικά όργια εντός ετέρου βορβόρου των αισχρών ηδονών του Πέρα˙ όλαι σχεδόν αι τάξεις και φυλαί τον αυτόν κατά το μάλλον ή ήττον βαδίζουσι ρυθμόν, άπληστοι κατά την κερδοσκοποίαν, απληστότεραι κατά την φιληδονίαν, προτερήματα αμφότερα των δούλων και των ημιβαρβάρων. Οποία αντίθεσις βίου και πραγμάτων ως προς την πόλην των Αθηνών»! [4]
Και εν τούτοις η Κωνσταντινούπολις μετρά βίον τετρακοσίων περίπου ετών από την εποχήν της κατακτήσεως, αι δε Αθήναι μόλις αριθμούν τριάκοντα από την της αποκαταστάσεως. Ο διερχόμενος αμφοτέρας τας πόλεις, είναι αδύνατον να μην οικτείρη της πρώτης, και να μη θαυμάση της δευτέραν την θέαν. Αμφότεραι είναι μεν προικισμέναι υπό σπανίων φυσικών καλλονών, αν και η πρώτη είναι μάλλον πλουσία εξ αυτών, αλλ’ είναι πενεστάτη και όλως σχεδόν ελλειπής εκ των νεών καλλιτεχνικών και διανοητικών προϊόντων, εκ των οποίων, ως διελάβομεν, καθωραΐζεται η δευτέρα.
Τα προϊόντα ταύτα καταμαρτυρούν την ταχείαν και εκπληκτικήν εν τω πολιτισμώ πρόοδον του Ελληνικού πνεύματος, ματαίως ήθελέ τις αναζητήσει και εν τη σημερινή πρωτευούση των Τούρκων. Ενταύθα η ύλη καταδαμάσασα το πνεύμα, το εγκατέλειψε να έρπη εντός ερειπίων ή τάφων ερήμων ή κεκαλυμμένων. Η πρόοδος εκ της έδρας των Παλαιολόγων εξωστρακίσθη, αντικαταστάσασα υπό φυλής βαρβάρου, της οποίας ίδια προσόντα είναι η στασιμότης, η αμάθεια, η ρυπαρότης, η χαύνωσις της διανοίας και η ωμότης.[5]
Και εν τοσούτω η πεπολιτισμένη Ευρώπη εγκωμιάζει την φυλήν αυτήν, και την συγκαταλέγει εν τη χορεία των εξευγενισμένων εθνών˙ την δε Ελληνικήν, ήτις μόλις ανέπνευσεν αύραν τινά εθνικής ελευθερίας προβαίνει θαυμασίως, μ’όλα τα παρεμβαλλόμενα προσκόμματα προς τον νέον πολιτισμόν, αποβάλλει σκληρώς, και καταδιώκει μέχρι καταστροφής, ως και δια τα ελάχιστα αυτής παραπτώματα. Διαγωγή τοιαύτη άνευ τινός προσκλήσεως ή ετέρου αποχρώντος λόγου, δεν εμπνέει βασίμους υπονοίας ότι η Ευρώπη, ή τυφλώττει ενώπιον τόσων πασιφανών και αυτολάλων πραγμάτων, ή μεροληπτεί και κινείται υπό αγενών παθών, δυσαρεστουμένη εκ των προόδων οιωνδήποτε της αρτιγεννήτου Ελλάδος;[6]
Οι εντυπώσεις του επτανήσιου πολιτικού δεν τελειώνουν εδώ. Η ζωντανή εικόνα της πόλης της Κωνσταντινούπολης, που απλώνεται εμπρός του «αποδομεί» ότι είχε στο νου του για αυτή. Η Αθήνα, όντας πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελεύθερου ελληνικού κράτους είχε κατορθώσει, σύμφωνα με τη σκέψη του, να προοδεύει και ολοένα και περισσότερο να αναπτύσσει τον πολιτισμό της.[7]
Για την πολιτική πρόταση του Ηλία Ζεβού Ιακωβάτου, βλέπε, τη συνέχεια στο έργο του ιδίου, Αι δύο πρωτεύουσαι της Ανατολής κατά το 1858 και 1860 και η διπλωματία μετά της Ελλάδος, εν Κεφαλληνία, 1873, στις σελίδες 73 έως 83 ή στο Α. Γιαννάτου, Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός 1848-1865, Eκδόσεις Περίπλους, 2019, στις σελίδες 217 έως 224.
[1] Η. Ζερβός Ιακωβάτος, Αι δύο πρωτεύουσαι της Ανατολής κατά το 1858 και 1860 και η διπλωματία μετά της Ελλάδος, εν Κεφαλληνία, «Η Κεφαλληνία», 1873,σσ. 2 και 56.
[2] Στο ίδιο, σσ. 2, 56.
[3] Στο ίδιο, σ. 59.
[4] Στο ίδιο, σσ. 62-63.
[5] Στο ίδιο, σ.63
[6] Στο ίδιο, σσ. 63-64.
[7] Σχετικά με τις εντυπώσεις του από το ταξίδι του στην Αθήνα, την ανάπτυξη, τον πολιτισμό και τη φιλομάθεια των νέων Ελλήνων εκεί, βλέπε στο ίδιο, σσ. 4-49.
Δρ Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης
ΗΛΙΑΣ ΖΕΡΒΟΣ -ΙΑΚΩΒΑΤΟΣ(1814-1894): Κεφαλονίτης πολιτικός, δημοσιογράφος και λογοτέχνης.
Σπούδασε Νομικά στο πανεπιστήμιο της Πίζας. Από τους αρχηγούς του κόμματος των Ριζοσπαστών του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων. Εξέδιδε από το 1849 την εφημερίδα Φιλελεύθερος από όπου ασκούσε έντονη κριτική εναντίον των Άγγλων. Το 1850 εκλέχτηκε στην Ιόνιο Βουλή και υπερψήφισε το ενωτικό ψήφισμα. Οι Άγγλοι απάντησαν με διώξεις, εξορίες και κλείσιμο των εφημερίδων. Ο ίδιος εξορίστηκε από τους Άγγλους στα Αντικύθηρα, στους Οθωνούς και στους Αντίπαξους, ενώ ο Ιωσήφ Μομφεράτος στην Ερεικούσσα.
Τότε το κόμμα των Ριζοσπαστών σχεδόν διαλύεται και εμφανίζεται ο Κωνσταντίνος Λομβάρδος, που επιζήτησε μόνο την Ενωση χωρίς κοινωνικές αλλαγές.
Και ορθώς οι Κεφαλλονίτες τον έχουν τιμήσει δίνοντας το όνομά του (Ηλία Ζερβού) σε έναν κεντρικό δρόμο του Αργοστολίου. Δεν ξέρω αν τιμούν “άλλους” όπως εμείς τον Ταβουλάρη.
Ζακύνθιος ΚΑΣ