Καταρχάς πάντα στις εκθέσεις μου δεν ζωγράφιζα χωρίς να υφίσταται μια θεματική ενότητα των έργων. Δηλαδή πάντα υπήρχε ένα θέμα ένα σημείο όπου αναφερόμουν έτσι πάντα οι εκθέσεις μου έμοιαζαν με ένα βιβλίο που έλεγε μια ιστορία όπου τα κεφάλαια ήταν τα έργα της έκθεσης . Έτσι άλλα ήταν πιο μεγάλα πιο μικρά σε άλλα αναπτυσσόταν η κυρίως ιστορία σε άλλα αναφερότανε κάποιο γεγονός της και βέβαια πάντα υπήρχε και το τέλος. Όταν λοιπόν λίγο πολύ η δουλεία μου πάντα είχε μια αυστηρή θεματική με το πέρασμα των χρόνων και αφού μέσα μου ωρίμασε η όποια γνώση είχα καθώς η δημιουργία μιας έκθεσης όσο περνά ο χρόνος γίνεται και πιο σύνθετη η λογοτεχνία έφυγε πια από τον ρόλο της διαμόρφωσης της έκθεσης και απέκτησε έναν κύριο ρόλο στην δουλειά μου όπου δημιουργεί την εικαστική πορεία της έκθεσης μέσα από την κύρια πια πηγή έμπνευσης. Δηλαδή πια το λογοτεχνικό έργο συμπορεύεται με το ζωγραφικό και πολλές φορές το ζωγραφικό μέρος κρίνεται με το αν αληθώς αποδεικνύει το λογοτεχνικό έργο από το οποίο εμπνεύστηκε. Δηλαδή δεν θεωρώ δεκανίκι της εικαστικής μου γραφής την λογοτεχνία αλλά έναν ισότιμο περιπατητή στην εικαστική πορεία της ολοκλήρωσης του έργου μου.
Αλλά ας αναφερθούμε πια ειδικά στην δουλειά μου και κυρίως στο μέρος της που μας ενδιαφέρει. Το 2008 έκανα μια ‘έκθεση με το τίτλο nevermore όπου όπως καταλαβαίνεται ήταν στηριγμένη πάνω στο γνωστό ποίημα του Ποε το κοράκι.http://periplous.gr/ekdoseis-periplous/370 Ας αρχίσουμε λοιπόν περιγράφοντας όλη την διαδικασία. Διαβάζοντας το κοράκι ένοιωσα στην αρχή την δυναμική του στίχου μέσα από την απλότητα που πάντα έχει η μεγάλη ποίηση, Με κατέπληξε η δημιουργία του σχεδόν γοτθικού κόσμου που φτιάχνει ο πόε . Μου άρεσε που το κοράκι μιλούσε λέγοντας μόνο nevermore\ και πάνω σε αυτή την τυχαία λέξη που θα μπορούσε να την φαντάζεται κιόλας ο ήρωας στηρίζει όλη την ζωή του και κυρίως μέσα από την σκληρή αυτή απάντηση συνδιαλέγεται μαζί του τον χαμό της αγαπημένης του Ελεονόρας. Έτσι λοιπόν ο Ποε δημιουργεί ένα ποίημα με έντονο το συναίσθημα της απώλειας . Χάνει την αγαπημένη του Ελεονόρα και τέλος χάνεται ο ίδιος. Με κατέτρεχε λοιπόν η λέξη nevermore η απώλεια και το γοτθικό περιβάλλον βαπτισμένο σε ένα κλίμα έντονου ρομαντισμού. Τον ρομαντισμό το αναφέρω με την έννοια του κινήματος και όχι με την τρέχουσα έννοια. Ο ποιητής είχε χάσει την γυναίκα του από φυματίωση(την δική του Ελεονόρα) και έτσι ο θάνατος υπήρχε παντού μέσα στο ποίημα. Με αναφορά λοιπόν σ’ αυτές τις σκόρπιες σκέψεις προσπάθησα να δώσω την δική μου γραφή μέσα από την γραφή του Ποε.
Διαβάζοντας το δοκίμιο η φιλοσοφία της σύνθεσης το οποίο έγραψε ο Πόε ένα χρόνο μετά το κοράκι είδα ότι ήθελε το ποίημα του να δομηθεί όχι πάνω σε μία φανταστική» ιστορία άλλα σε κάποιο τυχαίο γεγονός είτε ένα απλό περιστατικό ή ακόμα και στην χροιά ενός ήχου . Έτσι λοιπόν το τυχαίο συμβάν της λέξεως nevermore χαρακτηρίζει όλο το ποίημα και βέβαια ασκεί και έναν μαγνητισμό στον αναγνώστη(το ποίημα έγινε τεράστια επιτυχία στην εποχή του) Προσπάθησα λοιπόν να κάνω το ίδιο.
Ζωγράφισα μονοχρωματικά έργα με κάρβουνο και λάδι με μορφή δίπτυχου προσπαθώντας να υπάρχει ένα διάλογος μεταξύ των κάδρων χωρίς όμως να είναι το ένα συνέχεια του άλλου όπως συνηθίζεται. Ζωγράφισα λοιπόν 3 δίπτυχα όπου συνδιαλεγόντουσαν σκοτεινά τοπία σχεδόν εχθρικά με σκηνές πολέμου. Όπως και στο ποίημα του Ποε ο θάνατος υπήρχε παντού και στην σκληρή φύση την σχεδόν απόκοσμη και βέβαια στα εφιαλτικά πολεμικά τοπία. Εκεί λοιπόν ένοιωθα ότι ακουγόταν παντού μέσα στα έργα η φωνή του κορακιού nevermore εκκωφαντικά λέγοντας ότι ποτέ πια πόλεμος ποτέ πια δυστυχία ποτέ πια σκληρός θάνατος , όπως παρουσιαζόταν μεταφορικά μες από τα απόκοσμα μου τοπία. Το κοράκι βέβαια πλανιόταν και αυτό μέσα στα έργα είτε μέσα στα σκοτεινά τοπία μου είτε στα ερείπια κτηρίων είτε πετώντας ανάμεσα σε πληγωμένους ανθρώπους που ούρλιαζαν. Μάλιστα εμφανιζόταν και σαν σκιά στην άκρη ενός πίνακα. Όποτε προσπάθησα να λειτουργήσω όπως ο Ποε φτιάχνοντας το δικό μου εικαστικό ποίημα εμπνεόμενος από το δικό του. Από ένα τυχαίο γεγονός όπως μια λέξη και το κοράκι έστησα την δική μου ιστορία προσπαθώντας να μην φύγω από την σκοτεινή ατμόσφαιρα του Ποε παραθέτοντας όμως σημερινούς προβληματισμούς. Μάλλον σημερινά τοπία πολέμου αλλά παλαιούς προβληματισμούς όπως η συνδιαλλαγή φύση ανθρώπου πολέμου.
Κατόπιν πιστός στο ποίημα του Πόε έφτιαξα μια video εγκατάσταση ‘όπου χαρακτήριζε όλη την δουλειά μου. Στηριζόμενος στους τελευταίους στοίχους του ποιήματος όπου και παραθέτω
Και το κοράκι ακίνητο στη προτομή όλο μένει
Στης Αθηνάς την προτομή απάνω από την πόρτα
Και τα’ αγριωπά τα μάτια του σα του διαβόλου μοιάζουν
Όταν μονάχος σκέφτεται και το θαμπό λυχνάρι
Ρίχνει σκιά στο πάτωμα σαν πέφτει στο κοράκι
Και η ψυχή μου ανήμπορη δε θα μπορέσει πια
Να βγει απ΄τον αμφίβολο τον κύκλο της Σκιάς
Που φαίνεται στο πάτωμα
Ποτέ από δω και πια
Ζωγράφισα με κάρβουνο πάνω σε κάμποτ διαστάσεων 220χ165 εκ. τον ήρωα του ποιήματος ετοιμοθάνατο ως σημερινό άστεγο και πάνω στο σχέδιο έριχνα <video όπου είχε το κοράκι να κινείται και από κάτω από αυτό δημιουργείτο μία σκιά η οποία στην αρχή ήταν αραιή και μετά πύκνωνε σταδιακά όπου στο τέλος σκέπαζε τελείως τον ήρωα.Το video ήταν επίσης μονοχρωματικό όπως και τα ζωγραφικά έργα μόνο που αυτό ξεκινούσε κόκκινο και κατέληγε μπλε Έτσι λοιπόν και εδώ εικονογραφώντας σχεδόν τους τελευταίους στοίχους του ποιήματος έδειχνα τον θάνατο του ήρωα κάνοντας και ένα σχόλιο στον θάνατο . Ο θάνατος όπου επικρατούσε μεταφορικά στα τοπία της φύσης και του πολέμου έπαιρνε σάρκα και οστά (αν μπορούμε να το πούμε για τον θάνατο) μέσα από αυτό το έργο. Ο θάνατος του ηρώα του Ποε με ενέπνευσε να κάνω ένα σύγχρονο άνθρωπο να πεθαίνει για άλλους λόγους βέβαια μα και σε αυτόν το κοράκι μαζί με την σκιά το τυχαίο δηλαδή περιστατικό του Ποε γίνεται εμβληματικό στο έργο μου και λειτουργεί ακριβώς όπως και στο ποίημα . Και στο δικό μου έργο το κοράκι φέρνει το θάνατο και το τέλος όπως και στο ποίημα. Έτσι λοιπόν πιστεύω ότι μέσα από την εικαστική μου έρευνα τα σκόρπια στοιχεία που με ενέπνευσαν από το ποίημα του Ποε μπόρεσαν και έδωσαν ένα διαφορετικό έργο στηριζόμενο κυρίως στην ατμόσφαιρα και τον μηχανισμό γραφής του ποιήματος .Ο πόε ήταν παντού αλλά χωρίς να γίνεται εικονογράφηση είχε ένα καινούργιο νόημα σημερινό άλλα και μακρινό. Ρομαντικό σκληρό απόκοσμο γοτθικό όπως η γραφή του ποιήματος αλλά και των έργων μου.
Έτσι λοιπόν το σύμβολο κοράκι του Ποε έχει στο έργο μου τον ρόλο μιας αέναης υπενθύμισης του Πραγματικού. Ένα σύμβολο που αποκτά ,μέσω της παρουσίας του, , εκ των υστέρων νόημα. Στην έκθεση μου λοιπόν με τίτλο nevermore αντιπαραβάλλονται δύο διαφορετικές εκδοχές του πραγματικού. Ο επίπεδος θάνατος της εικόνας σε αντιδιαστολή με την φαντασιακή ακεραιότητα της καθημερινής κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτή η οξύτητα της παρέμβασης μου δεν αφήνει αμφιβολία για το ότι η αιώνια επαναφορά του πραγματικού δε μπορεί να εξορκιστεί από ένα nevermore.
Στην τελευταία μου δουλειά (2013) που έχει το τίτλο ο διχοτομημένος ιππότης εμπνέομαι από το διήγημα του Ιταλο Καλβίνο ο διχοτομημένος υποκόμης. Ας κάνουμε μια περίληψη του διηγήματος για να καταλάβουμε πως εμπλέκεται με την δομή και την εικονολογία της τελευταίας μου δουλειάς. Ένας άρχοντας του 17ου αιώνα βρίσκεται στην αρχή μια αιματηρής μάχης και έρχεται αντιμέτωπος με το πεπρωμένο του. Μια μπάλα κανονιού τον βρίσκει κατάστηθα και το κόβει οριζοντίως δύο. Εδώ αρχίζει και η ιστορία. Το κάθε μισό κομμάτι αποκτά δική του ζωή αλλά το ένα είναι καλό και το άλλο κακό. Έτσι λοιπόν γυρνά στο γενέθλιο τόπο πρώτα το κακό . Εκεί το κακό κομμάτι διχοτομεί βασανιστικά τα πάντα κάνοντας καταστροφές και σπέρνοντας την απόγνωση. Μετά λοιπόν έρχεται το καλό κομμάτι όπου προσπαθεί να διορθώσει τις κακότητες του προηγούμενου. Στο τέλος λοιπόν μετά από μια μάχη τα δύο κομμάτια ενώνονται και ο υποκόμης θεραπεύεται. Ξανάγινε ακέραιος άνθρωπος ούτε καλός ούτε κακός ένα μείγμα κακίας και καλοσύνης δηλαδή φαινομενικά όχι ανόμοιος με εκείνον που ήταν πριν διχοτομηθεί, όπως γράφει και ο Καλβίνο.
Στηριγμένος στο παραπάνω διήγημα έφτιαξα τέσσερα μεγάλα τελάρα ζωγραφισμένα με λάδι σε μουσαμά. Παρακολουθώντας μορφολογικά τα τελάρα η διχοτόμηση είναι σε όλα έντονη εικονολογικός είτε διαγώνια είτε κάθετη είτε με την μορφή παραμόρφωσης είτε ακόμα και περιγράφοντας φυσικά στοιχεία όπως η θάλασσα η παραλία ή ακόμα και κομμάτια του ουρανού.
Στηριγμένος πάνω σε αναγεννησιακά έργα ειδικά του Καρπάτσιο φτιάχνω μέσα από την δική μου κατανόηση των έργων του παλαιού δασκάλου και του κειμένου του Καλβίνο ένα δικό μου εικονολογικό σύμπαν. Μέσα στα έργα με την διχοτόμηση δημιουργώ καινούργιους κόσμους στηριγμένους στους ήδη καμωμένους από τον Καρπάτσιο. Έτσι λοιπόν στην σημερινή κοινωνία όπου οι εικόνες πολλαπλασιάζονται και μας κατακλύζουν ραγδαία δύο δρόμοι μας ανοίγονται είτε θα ανακυκλώσουμε μεταχειρισμένες εικόνες σε ένα καινούργιο πλαίσιο που θα τροποποιεί το νόημα τους είτε θα σβήσουμε το παρελθόν και θα αρχίσουμε από το μηδέν. Όπως καταλαβαίνεται ο Καλβίνο και εγώ κάνουμε το πρώτο. Αυτός στηρίζεται σε μια επινοημένη πραγματικότητα του 17ου αιώνα για να πει την ιστορία του και εγώ στηρίζομαι στα έργα του Καρπάτσιο για να πω την δική μου. Η διχοτόμηση σε αυτόν ως ιδιότητα του ιππότη φτιάχνει το σενάριο της ιστορίας που όπως λέει και ο ίδιος δεν το αφορά η πάλη του κακού με το καλό όπως ήδη έχω περιγράψει. Απλά δίδεται ως σημείο της ιστορίας όπως αναφέρεται σε ένα μεταγενέστερο σημείωμα του συγγραφέα που αφορά τον διχοτομημένο υποκόμη , παραθέτω το απόσπασμα..όπως ένας ζωγράφος μπορεί να χρησιμοποιήσει μια προφανή αντίθεση χρωμάτων επειδή αυτή τον βοηθά να αναδείξει μια φόρμα έτσι και εγώ είχα χρησιμοποιήσει μια πασίγνωστη αφηγηματική αντίθεση για να αναδείξω εκείνο που με ενδιέφερε, δηλαδή την διχοτόμηση.
Και εγώ άλλωστε στο έργο μου την διχοτόμηση δείχνω έντονα μέσα από την εικονολογική της σκοπιά δημιουργώντας καταρχάς με αφορμή το έργο Christo Morto του καρπάτσιο ‘ένα παράλληλο σύμπαν ίσως και μια άλλη εκδοχή του γνωστού μας κόσμου που μόλις δημιουργείται. Επίσης στο έργο μου που αναφέρεται στο έργο του Καρπάτσιο που βρίσκεται στον san Giorgio dei schiavoni στην Βενετία δημιουργώ μέσα από την παραμόρφωση και διχοτόμηση της φόρμας ένα ενδιαφέρον μίγμα κλασικής ζωγραφικής και υπερρεαλισμού. Ο Αγ. Γεώργιος γίνεται ένας ανώνυμος καβαλάρης μια μαύρη ανώνυμη φιγούρα ο δράκος χάνει την υπόσταση του καθώς σχεδόν γίνεται κομμάτι ενός τοπίου αποδομένου κυβιστικά όπου οι φόρμες και οι φιγούρες μπλέκονται σε σχηματισμούς που αναιρούν κάθε φυσικότητα. Εδώ λοιπόν η ιστορία του Αγ Γεωργίου και του δράκου και η σημειολογική εξήγηση του μύθου ως πάλη του καλού με το κακό γίνεται ένα σημείο του έργου όπου μέσα από αυτό δημιουργείται ο δικός μου κόσμος, ακριβώς δηλαδή όπως κάνει και ο Καλβίνο στο Διήγημα του.
Το έργο που θα μπορούσε χαρακτηριστεί ως κεντρικό έργο της έκθεσης είναι μια προσωπογραφία ενός ιππότη, στηριγμένη και αυτή σε ένα έργο του Καρπάτσιο που έχει τον τίτλο il ritratto di cavaliere . To έργο αλλάζει πλήρως αποψιλώνεται σχεδόν από όλους τους μεσαιωνικούς συμβολισμούς που παραθέτει ο αναγεννησιακός ζωγράφος, συμβολισμοί δηλαδή που αναφέρονται σε ζώα και πτηνά όπου μέσω αυτών δίδεται και το πλάνο ζωής του ιππότη και παραμορφώνεται και βέβαια διχοτομείται το μισό έργο. Το τοπίο φαίνεται φαίνεται αρχέγονο σχεδόν προϊστορικό ο ιππότης ορθώνεται σχεδόν ξένος και κουρασμένος παρατηρώντας τον θεατή και αδιαφορώντας για την διάλυση του άλλου του μισού, όπως κάνει και ο ιππότης του Καλβίνο.
Νομίζω ότι γίνεται κατανοητή πλέον η αναλογία κειμένου και εικαστικού γεγονότος και σε αυτή μου την δουλειά.
Βέβαια εδώ η λογοτεχνία πλέον πορεύεται και πολλές φορές ίσως και να προσπερνάει την ζωγραφική μου δουλειά. Το Διήγημα του Καλβίνο δεν αποδίδεται απλώς μεταφορικά όπως έκανα στο κοράκι το Πόε αλλά ζωγραφίζει και χαρακτηρίζει τα έργα μου.
Έχω επίσης να σας ιστορήσω και ένα γεγονός που με εξέπληξε αναφερόμενο βεβαία στην τελευταία μου δουλειά. Σας παραθέτω το γεγονός ως έχει.
Την πρώτη φορά που βρέθηκα στην Βενετία καθώς περπατούσα μέσα στην πόλη βρέθηκα στον ναό San Giorgio dei Schiavoni. Εκεί λοιπόν είδα για πρώτη φορά τα έργα του Καρπάτσιο. Μέσα σε μια σκοτεινή εκκλησία θυμάμαι που μόλις φωτιζόταν από το εξωτερικό φώς αναδιπλωνόταν όλα τα επεισόδια της ζωής του Άγιου που ιστορούσε ο χρωστήρας του Καρπάτσιο. Από τότε μου έκανε τρομερή εντύπωση το έργο που αναδείκνυε τον Αγ. Γεώργιο με τον δράκο όπου το κοίταζα με θαυμασμό καθώς ένοιωθα κάθε λεπτομέρεια του να μου εντυπώνεται βαθειά μέσα μου. Είναι όπως καταλάβατε η αφορμή για το έργο που ήδη σας έχω περιγράψει. Ένα έργο λοιπόν όπου η ιστορία του αρχίζει από παλιά.
Εδώ λοιπόν αρχίζει η έκπληξη. Ο Καλβίνο αναφέρεται και αυτός στην εκκλησία San Giorgio dei Schiavoni και ιδιαίτερα στον Καρπάτσιο, γράφει λοιπόν Αυτό που επιχείρησα στο βιβλίο μου το κάστρο των διασταυρωμένων πεπρωμένων είναι ένα είδος φανταστικής εικονολογίας, όχι βέβαια μόνο με τα ταρω αλλά και με τους πίνακες των μεγάλων ζωγράφων . Προσπάθησα πράγματι να ερμηνεύσω τους πίνακες του Καρπάτσιο που βρίσκονται στην εκκλησία San Giorgio dei Schiavoni στη Βενετία ακολουθώντας τους βίους του Άγιου Γεωργίου και του Αγίου Ιερώνυμου σαν να αποτελούσαν μια μόνο ιστορία, τη ζωή του ιδίου προσώπου και ταυτίζοντας τη ζωή μου με αυτή του Γεωργίου-Ιερώνυμου. Αυτή η φανταστική εικονολογία έγινε ο συνηθισμένος μου τρόπος να εκφράζω το μεγάλο μου πάθος για την ζωγραφική. Έχω υιοθετήσει πλέον την μέθοδο να αφηγούμαι τις ιστορίες μου με βάση σπουδαίους πίνακες από την ιστορία της τέχνης.
Όπως καταλάβατε ο Καλβίνο έκανε ακριβώς το ίδιο πράγμα με εμένα αντίστροφα βέβαια χωρίς εγώ να το γνωρίζω. Το έμαθα όταν ήδη είχα τελειώσει την σειρά των έργων μου, μετά από την έρευνα που έκανε ο Χριστόφορός Μαρίνος για να μου γράψει το εισαγωγικό κείμενο της έκθεσης. Όταν το έμαθα μετά την έκπληξη η οποία είχε και μια μεταφυσική χροιά ήρθε μια μεγάλη χαρά. Μια χαρά του ότι είχα καταλάβει τον λογοτέχνη σε βάθος καθώς και ότι η αλήθεια του κειμένου με την αλήθεια της ζωγραφικής μου πορεύονταν μαζί δημιουργώντας ένα έργο που αναλογεί ισότιμα πια και στις δύο τέχνες.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ (Φωτό :Εργο του Χρήστου Αθανασιάδη)
Σας ευχαριστώ κ. Βίτσο για την ανάρτηση.
Χρήστος Αθανασιάδης