ΟΤΑΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΕΠΑΙΝΟΥΣΑΝ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ

AΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ ΓΙΑ ΤΗ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ (1941), Μτφ. – Σχολιασμός: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΤΟΥΛΑΣ, ΣΕΙΡΑ ΑΡΧΕΙΟ Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ

Βουλευτές! Μέλη του Γερμανικού Κοινοβουλίου!

Η Ελλάδα […] επέδειξε προθυμία να ακολουθήσει τις βρετανικές δελεαστικές προτάσεις, συνδέοντας τη μοίρα της με αυτήν του εντολοδότη του βασιλιά της. Πρέπει όμως για άλλη μία φορά – θεωρώ ότι το οφείλω αυτό στην ιστορική αλήθεια – να πραγματοποιήσω διάκριση μεταξύ του ελληνικού λαού και εκείνης της ολιγάριθμης καταστροφικής ηγεσίας, η οποία εμπνευσμένη από έναν αγγλόδουλο βασιλιά, είχε κατά νου λιγότερο τα πραγματικά καθήκοντα της πολιτικής ηγεσίας στο ελληνικό κράτος απ’ ό,τι την εξυπηρέτηση των σκοπών της βρετανικής πολεμικής πολιτικής, τους οποίους είχε οικειοποιηθεί. Στενοχωρήθηκα ιδιαίτερα για αυτό το γεγονός. Ήταν πολύ δύσκολο και πικρό για εμένα, που ως Γερμανός διατηρούσα ήδη από την παιδεία μου στη νεότητά μου, αλλά και αργότερα λόγω της μεταγενέστερης σταδιοδρομίας μου, τον πλέον βαθύ σεβασμό για τον πολιτισμό και την τέχνη αυτής της χώρας, από την οποία ξεπήδησε το πρώτο φως του ανθρώπινου κάλλους και της αξιοπρέπειας, να παρακολουθώ την εξέλιξη αυτή, χωρίς να είμαι σε θέση να κάνω κάτι για αυτό. Έχουμε πληροφορηθεί εν μέρει μέσα από τα πρακτικά της La Charité για τις διεργασίες των δυνάμεων εκείνων, οι οποίες αργά ή γρήγορα θα οδηγούσαν σε δυσάρεστες περιπέτειες το ελληνικό κράτος. Στα τέλη του καλοκαιριού του προηγουμένου έτους ο κ. Τσώρτσιλ πέτυχε να πείσει ορισμένους κύκλους ότι οι πλατωνικές του υποσχέσεις για εγγυήσεις είχαν κάποια ουσία, ώστε ακολούθησε μία ολόκληρη σειρά παραβιάσεων της ουδετερότητας της Ελλάδας. Πρωτίστως επηρεάστηκε από αυτό η Ιταλία, η οποία θεώρησε σκόπιμο να υποβάλει προτάσεις στην ελληνική κυβέρνηση τον Οκτώβριο του 1940 απαιτώντας εγγυήσεις, οι οποίες φαίνονταν κατάλληλες να τερματίσουν αυτήν την απαράδεκτη για την Ιταλία κατάσταση.
Οι προτάσεις αυτές απορρίφθηκαν απότομα υπό την επιρροή των Βρετανών πολεμοκάπηλων και έτσι τερματίστηκε η ειρηνική κατάσταση στα Βαλκάνια. Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, το χιόνι, οι καταιγίδες και οι βροχές και κυρίως – οφείλω να το ομολογήσω χάριν της ιστορικής ακρίβειας – η ιδιαίτερα γενναία αντίσταση των Ελλήνων στρατιωτών έδωσαν στην κυβέρνηση της Αθήνας επαρκή χρόνο, ώστε να αναλογιστεί τις συνέπειες της ατυχούς απόφασής της και να εξετάσει τις πιθανότητες μίας λογικής επίλυσης της κατάστασης. Η Γερμανία δεν είχε διακόψει από την πλευρά της τις διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα, αφού διατηρούσε μία μικρή ελπίδα ότι θα μπορούσε να συμβάλει με κάποιον τρόπο στην αποσαφήνιση του ζητήματος. Ωστόσο, είχα ήδη τότε επισημάνει σε διεθνές επίπεδο ότι δεν θα παρακολουθούσαμε αμέτοχοι μία επανάληψη του παλαιού σχεδίου του διαδρόμου της Θεσσαλονίκης, όπως συνέβη στον παγκόσμιο πόλεμο.

Δυστυχώς δεν λήφθηκε σοβαρά η προειδοποίησή μου ότι αν οι Άγγλοι δημιουργούσαν προγεφύρωμα σε κάποιο σημείο της Ευρώπης, ήμασταν αποφασισμένοι να τους πετάξουμε αμέσως στην θάλασσα. Έτσι είδαμε αυτόν τον χειμώνα πώς η Αγγλία άρχισε να δημιουργεί τις βάσεις για μία νέα στρατιά με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Αρχικά διαμόρφωσαν υποτυπώδη αεροδρόμια και τις απαραίτητες εγκαταστάσεις εδάφους, με την πεποίθηση ότι θα πολύ σύντομα θα ολοκλήρωναν τις υποδομές. Τελικά δε κατέφθασε με μεταγωγικά εξοπλισμός για μία στρατιά, η οποία σύμφωνα με τα σχέδια και την άποψη του κ. Τσώρτσιλ, θα ήταν έτοιμη να αφιχθεί στην Ελλάδα έπειτα από μερικές μόνον εβδομάδες. Η εξέλιξη αυτή μας ήταν γνωστή, βουλευτές μου, όπως ήδη ανέφερα. Επί μήνες παρακολουθούσαμε τις ιδιόμορφες αυτές ενέργειες με προσοχή, αν όχι με αυτοσυγκράτηση.
Οι ατυχίες του ιταλικού στρατού στην βόρειο Αφρική, οι οποίες οφείλονταν αποκλειστικά σε τεχνικά προβλήματα των αντιαρματικών τους και του εξοπλισμού των τεθωρακισμένων, δημιούργησε στον κ. Τσώρτσιλ την πεποίθηση ότι είχε έλθει η στιγμή να μεταφέρει το μέτωπο του πολέμου από τη Λιβύη στην Ελλάδα. Διέταξε τη μεταφορά των διαθέσιμων τεθωρακισμένων και των μεραρχιών πεζικού που αποτελούνταν κυρίως από Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς και νόμιζε ότι μπορούσε να πραγματοποιήσει το πραξικόπημα εκείνο που θα βύθιζε με ένα χτύπημα τα Βαλκάνια στον πόλεμο. Διέπραξε έτσι ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματα από στρατηγικής άποψης σε αυτόν τον πόλεμο.
Όταν πλέον δεν υπήρχε καμία αμφιβολία για την πρόθεση της Αγγλίας να εδραιωθεί στα Βαλκάνια, προχώρησα στα απαραίτητα βήματα, ώστε να προετοιμαστούν σταδιακά και από την γερμανική πλευρά οι δυνάμεις εκείνες που θα επενέβαιναν στην ζωτικής για εμάς σημασίας περιοχή αυτή και που θα ήσαν σε θέση να αντιμετωπίσουν κάθε ενδεχόμενο σχέδιο του Τσώρτσιλ. Πρέπει να αναφέρω σε αυτό το σημείο ότι οι γερμανικές αυτές ενέργειες δεν στρέφονταν κατά της Ελλάδος. Ο ίδιος ο Ντούτσε ουδέποτε μου ζήτησε να θέσω στην διάθεσή του ούτε μία γερμανική μεραρχία για τον σκοπό αυτό. Ήταν πεπεισμένος ότι με την έναρξη της άνοιξης ο αγώνας κατά της Ελλάδος θα ολοκληρωνόταν αργά ή γρήγορα με επιτυχία και το ίδιο πίστευα και εγώ. Επομένως η προέλαση των γερμανικών δυνάμεων δεν αποτελούσε βοήθεια προς την Ιταλία κατά της Ελλάδος, αλλά ένα προληπτικό μέτρο κατά της απόπειρας των Βρετανών να εδραιωθούν κρυφά στα Βαλκάνια εκμεταλλευόμενοι τον ιταλο-ελληνικό πόλεμο. Έτσι θα μπορούσαν να ετοιμάσουν τα σχέδιά τους με πρότυπο τη στρατιά της Θεσσαλονίκης του παγκοσμίου πολέμου, πάνω από όλα όμως να παρασύρουν και άλλες δυνάμεις στη δίνη του πολέμου.
Η ελπίδα αυτή βασίστηκε μεταξύ άλλων σε δύο κράτη: στην Τουρκία και τη Γιουγκοσλαβία. Ωστόσο και με τα δύο αυτά κράτη είχα καταβάλλει προσπάθειες να συνάψω στενή οικονομική συνεργασία έπειτα από την ανάληψη της αρχής. Η Γιουγκοσλαβία, όσον αφορά τον σερβικό της πυρήνα, υπήρξε αντίπαλός μας στον παγκόσμιο πόλεμο. Πράγματι, ο παγκόσμιος πόλεμος είχε ξεκινήσει από το Βελιγράδι. Ωστόσο ο γερμανικός λαός, που από την φύση του δεν είναι μνησίκακος, δεν έτρεφε αισθήματα μίσους.
Η Τουρκία ήταν σύμμαχός μας στον παγκόσμιο πόλεμο. Η ατυχής του έκβαση κατέστη αισθητή σε αυτήν την χώρα με την ίδια ένταση, όπως και σε εμάς. Ο ιδιοφυής αναμορφωτής της νέας Τουρκίας αποτέλεσε με τις ενέργειές του πρότυπο για την ανόρθωση των συμμάχων της, που είχαν γνωρίσει κακή τύχη και ένα τρομερό πλήγμα της μοίρας. Και ενώ η Τουρκία, χάρις στην ρεαλιστική στάση της πολιτικής της ηγεσίας διαφύλαξε την ανεξαρτησία της με τις αποφάσεις της, η Γιουγκοσλαβία έπεσε θύμα των βρετανικών δολοπλοκιών.

Βουλευτές! Μέλη του Γερμανικού Κοινοβουλίου!

Οι περισσότεροι – και κυρίως οι παλαιοί μου κομματικοί σύντροφοι – γνωρίζετε πόσο πολύ προσπάθησα να θεμελιώσω μεταξύ της Γερμανίας και της Γιουγκοσλαβίας ειλικρινείς δεσμούς κατανόησης, ακόμη και φιλίας. Για τον σκοπό αυτό εργάστηκα επί έτη. Πίστεψα ότι στην προσπάθειά μου αυτή βοηθήθηκα από ορισμένους αξιωματούχους της χώρας αυτής, οι οποίοι, ακριβώς όπως εγώ, διέβλεπαν μόνο οφέλη σε μία στενή συνεργασία μεταξύ των δύο κρατών. Καθώς ο κίνδυνος του πολέμου άρχισε να γίνεται ορατός στα Βαλκάνια λόγω των βρετανικών δολοπλοκιών, κατέβαλα κάθε δυνατή προσπάθεια να προφυλάξω τη Γιουγκοσλαβία από ένα τέτοιο επικίνδυνο ενδεχόμενο. Ο υπουργός Εξωτερικών, ο κομματικός σύντροφος Ρίμπεντροπ, είχε επισημάνει με την χαρακτηριστική του υπομονή και σύνεση σε πολυάριθμες συναντήσεις και ενημερώσεις την σκοπιμότητα, αν όχι αναγκαιότητα, να διατηρηθεί τουλάχιστον αυτή η περιοχή της Ευρώπης εκτός του καταστροφικού πολέμου. Με αυτή τη λογική, υπέβαλε στη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση προτάσεις, οι οποίες ήταν τόσο προσεγμένες και θετικές, ώστε τελικά στο τότε γιουγκοσλαβικό κράτος πλήθυναν οι φωνές που συνηγορούσαν υπέρ μίας τέτοιας συνεργασίας. Επομένως, είναι εντελώς ορθή η θέση του κ. Χάλιφαξ ότι η Γερμανία δεν είχε πρόθεση να διεξαγάγει πόλεμο στα Βαλκάνια. Αντιθέτως καταβάλαμε ειλικρινείς προσπάθειες, ώστε να προετοιμάσουμε μία στενότερη συνεργασία με τη Γιουγκοσλαβία, ακόμη και να διευθετήσουμε κατά τρόπο σύμφωνο με τις δικαιολογημένες ιταλικές επιθυμίες την διένεξη με την Ελλάδα. Ο Ντούτσε όχι μόνον ενέκρινε την προσπάθειά μας να προσελκύσουμε τη Γιουγκοσλαβία σε μία στενότερη οικονομική συνεργασία με βάση τους ειρηνικούς μας σκοπούς, αλλά και τη συνέδραμε με κάθε μέσο. Έτσι κατέστη τελικά εφικτό να παρακινηθεί η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση να συμμετάσχει στον Άξονα, που δεν είχε απολύτως καμία απαίτηση από τη Γιουγκοσλαβία, αντιθέτως προσέφερε μόνο πλεονεκτήματα σε αυτήν.
Άλλωστε, χάριν της ιστορικής αλήθειας οφείλω να επιβεβαιώσω ότι σύμφωνα με το σύμφωνο αυτό και τις συμπληρωματικές του διατάξεις η Γιουγκοσλαβία δεν ήταν υποχρεωμένη να παράσχει οιαδήποτε είδους βοήθεια. Αντιθέτως έλαβε βοήθεια από τις δυνάμεις του Άξονα την ήρεμη βεβαίωση ότι δεν θα της ζητούσαν καμία παροχή διευκόλυνσης. Ήμασταν μάλιστα πρόθυμοι να απόσχουμε εξ αρχής από κάθε μεταφορά πολεμικού υλικού μέσω της Γιουγκοσλαβίας. Και επιπλέον η Γιουγκοσλαβία είχε λάβει, έπειτα από επίμονες οχλήσεις της κυβέρνησής της, την διαβεβαίωση ότι σε περίπτωση εδαφικών ανακατατάξεων στην Βαλκανική χερσόνησο θα ελάμβανε πρόσβαση στο Αιγαίο Πέλαγος υπό δική της διοίκηση, και η οποία μεταξύ άλλων θα περιελάμβανε την πόλη της Θεσσαλονίκης. Έτσι, στις 25 Μαρτίου του παρόντος έτους υπογράφηκε στην Βιέννη ένα σύμφωνο, το οποίο προσέφερε την καλύτερη δυνατή προοπτική στο γιουγκοσλαβικό κράτος και επίσης διασφάλιζε την ειρήνη στην περιοχή των Βαλκανίων. Όπως καταλαβαίνετε, βουλευτές μου, έφυγα από την όμορφη αυτή πόλη του Δούναβη αισθανόμενος πραγματική ευτυχία, όχι μόνον επειδή φαινόταν ότι οκτώ έτη προσπαθειών της εξωτερικής πολιτικής δικαιώνονταν επιτέλους, αλλά και διότι πίστευα ακόμη ότι την τελευταία στιγμή δεν θα χρειαζόταν πλέον να υπάρξει γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια.
Δύο ημέρες αργότερα ταραχθήκαμε από τα νέα για το πραξικόπημα που διέπραξε μία χούφτα μισθωμένων ανδρείκελων, ενέργεια που ανακοινώθηκε με ενθουσιασμό από τον Βρετανό πρωθυπουργό ως το πρώτο καλό νέο έπειτα από καιρό. Όπως καταλαβαίνετε, βουλευτές μου, έδωσα αμέσως διαταγές για επίθεση. Διότι δεν είναι δυνατόν κανείς να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο στο Γερμανικό Ράιχ. Δεν είναι δυνατόν η μία πλευρά να παρακαλάει επί έτη για την φιλία της άλλης, να συνάπτεται μία συμφωνία που ωφελεί αποκλειστικά τη μία πλευρά, για να διαλύεται εν μία νυκτί, οι εκπρόσωποι του Γερμανικού Ράιχ να δέχονται προσβολές, ο στρατιωτικός ακόλουθος να απειλείται και ο βοηθός του να τραυματίζεται, και αναρίθμητοι άλλοι Γερμανοί να κακοποιούνται, γραφεία, σχολεία, μονάδες παραγωγής και ούτω καθεξής να κατεδαφίζονται, οι κατοικίες των Γερμανών πολιτών να καταστρέφονται και οι εθνικοί Γερμανοί να καταδιώκονται για άλλη μία φορά ως ανήμπορα θύματα και να σκοτώνονται.

Θέλησα την ειρήνη, μάρτυς μου ο Θεός. Όταν, όμως, ο κ. Χάλιφαξ διακηρύσσει χλευάζοντας ότι όλα αυτά ήταν γνωστά και ότι αναγκαστήκαμε να πολεμήσουμε, λες και αυτό ήταν κάποια επιτυχία της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, σε αυτήν την περίπτωση, απέναντι σε μία τέτοια κακία, δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο από το να προφυλάξω τα συμφέροντα του Ράιχ με τα μέσα, που δόξα σοι ο Θεός διαθέτουμε. Έλαβα την απόφαση αυτή εκείνη τη στιγμή με τη σχετική ασφάλεια που μου προσέφερε η γνώση των εξής δεδομένων:

1. Ότι η Βουλγαρία δεν είχε μεταβάλλει τη στάση της και είχε παραμείνει σύμμαχος και

2. ότι η Ουγγαρία διατηρούσε φιλική στάση και δικαιολογημένη οργή. Και οι δύο παλαιοί μας σύμμαχοι θα θεώρησαν οπωσδήποτε την ενέργεια αυτή ως πρόκληση, καθώς μάλιστα προερχόταν από ένα κράτος, που είχε ήδη μία φορά βυθίσει την Ευρώπη στον πόλεμο και κατά συνέπεια ήταν τόσο αντιπαθές στην Γερμανία, την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία.

Στις 27 Μαρτίου εξέδωσα γενικές οδηγίες επιχειρήσεων προς το Γενικό Επιτελείο της Βέρμαχτ , οι οποίες έθεσαν τον στρατό ξηράς και την αεροπορία ενώπιον ενός εξαιρετικά δύσκολου καθήκοντος. Έπρεπε να συντονιστεί αμέσως η προώθηση των στρατευμάτων, οι ήδη εγκατεστημένες στην περιοχή μονάδες να μετακινηθούν και να εξασφαλιστεί ο ανεφοδιασμός. Η Αεροπορία έπρεπε να χρησιμοποιήσει πολυάριθμες πρόχειρες βάσεις, μερικές από τις οποίες ήταν πλημμυρισμένες με νερό. Χωρίς την κατανόηση και την βοήθεια που επέδειξε η Ουγγαρία, καθώς και την εντελώς αξιόπιστη στάση της Ρουμανίας, θα μας ήταν πολύ δύσκολο να εκτελεστούν οι διαταγές σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Απώτατο όριο για την διεξαγωγή της επίθεσης ορίστηκε η 6η Απριλίου. Την ημέρα εκείνη ήταν έτοιμη να επιτεθεί η Νότια Ομάδα που έδρευε στη Βουλγαρία. Τα υπόλοιπα σώματα στρατού θα επιχειρούσαν μετά την ολοκλήρωση της προετοιμασίας τους. Ημερομηνίες για την έναρξη των αντιστοίχων επιχειρήσεων τους ορίστηκαν η 8η Απριλίου, η 10η Απριλίου και η 11η Απριλίου.
Σκοπός των επιχειρήσεων ήταν:

1. Αρχικά να γίνει προέλαση με μία στρατιά από τη βουλγαρική περιοχή κατά της ελληνικής Θράκης με κατεύθυνση το Αιγαίο Πέλαγος. Το βάρος της προέλασης βρισκόταν στην δεξιά πτέρυγα, όπου μεραρχίες Ορεινών Κυνηγών και μία μεραρχία τεθωρακισμένων θα άνοιγαν τον δρόμο για τη Θεσσαλονίκη.

2. Μία δεύτερη στρατιά θα έπρεπε να κινηθεί προς τα Σκόπια με σκοπό να ενωθεί όσο το δυνατόν συντομότερα με τις ιταλικές δυνάμεις που θα προέλαυναν από την Αλβανία. Οι δύο αυτές επιχειρήσεις θα έπρεπε να ξεκινήσουν στις 6 Απριλίου.

3. Η επιχείρηση που θα άρχιζε στις 8 Απριλίου περιελάμβανε την επίθεση μίας στρατιάς από τη Βουλγαρία με γενική κατεύθυνση προς τη Νις με σκοπό να προσεγγίσει την περιοχή γύρω από το Βελιγράδι. Ένα γερμανικό σώμα στρατού θα καταλάμβανε στις 10 Απριλίου το Μπανάτ και από εκεί θα προσέγγιζε το Βελιγράδι από τα βόρεια.

4. Στις 11 Απριλίου μία στρατιά από την Καρινθία-Στυρία ή την δυτική Ουγγαρία θα πραγματοποιούσε επίθεση με άξονα τη γενική κατεύθυνση Ζάγκρεμπ-Σεράγεβο-Βελιγράδι.
Σχετικές ήταν οι συμφωνίες που είχαν συναφθεί με τους συμμάχους μας, την Ιταλία και την Ουγγαρία. Ο ιταλικός στρατός σχεδίαζε να κινηθεί από το ιουλιανό μέτωπο κατά μήκος της ακτογραμμής με γενική κατεύθυνση προς την Αλβανία, να ενωθεί με τις άλλες ιταλικές δυνάμεις που δρούσαν στην Αλβανία, στο Σκούταρι, να διαπεράσει τις γιουγκοσλαβικές οχυρώσεις στα αλβανο-γιουγκοσλαυικά σύνορα κατευθυνόμενος προς τα Σκόπια, ώστε να πετύχει επαφή με τον γερμανικό στρατό που θα προήλαυνε εκεί και τελικά να διασπάσει μόνος του το ελληνικό μέτωπο στην Αλβανία και ει δυνατόν να απωθήσει τον εχθρό προς την θάλασσα. Σε συνδυασμό με τις επιχειρήσεις αυτές θα έπρεπε να καταληφθούν τα νησιά της Δαλματικής Θάλασσας και του Ιονίου Πελάγους, καθώς και οι βάσεις της περιοχής. Υπήρξε επίσης συμφωνία για κοινή δράση μεταξύ των αεροπορικών δυνάμεων της Γερμανίας και της Ιταλίας. Η ηγεσία των γερμανικών στρατευμάτων που θα επιχειρούσαν κατά της νότιας Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδος είχε ανατεθεί στον στρατηγό φον Λιστ, ο οποίος είχε διακριθεί στις έως τότε εκστρατείες. Και αυτήν την φορά ο στρατηγός διεκπεραίωσε τα καθήκοντα που του ανετέθησαν με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο και μάλιστα υπό τις πλέον δύσκολες συνθήκες.
Οι δυνάμεις που θα δρούσαν κατά της Γιουγκοσλαβίας από το νοτιοδυτικό τμήμα του Ράιχ και από την Ουγγαρία τελούσαν υπό τις διαταγές του στρατηγού φον Βάιχς. Και αυτός πέτυχε την αποστολή του με τις διαθέσιμες δυνάμεις σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι δυνάμεις του στρατού ξηράς και των Waffen SS που τελούσαν υπό την ανωτάτη διοίκηση του στρατηγού φον Μπράουχιτς και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, στρατηγού Χάλντερ, πέτυχαν εντός μόλις πέντε ημερών να αναγκάσουν τον ελληνικό στρατό στην περιοχή της Θράκης σε συνθηκολόγηση, ενώ επίσης πέτυχαν να ενωθούν με τις ιταλικές δυνάμεις που προήλαυναν από την Αλβανία και να θέσουν την Θεσσαλονίκη υπό βέβαιο γερμανικό έλεγχο. Έπειτα από δώδεκα ημέρες η Σερβία υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει και έτσι επιτεύχθηκε η προϋπόθεση για την εξίσου επίπονη και ένδοξη πορεία διαμέσου της Λάρισας προς την Αθήνα. Η επιχείρηση αυτή στέφτηκε με την κατάληψη της Πελοποννήσου και πολυάριθμων ελληνικών νησιών.
Μία διεξοδική αξιολόγηση αυτών των πραγματικά ιστορικών επιτυχιών θα πραγματοποιηθεί από το Γενικό Επιτελείο της Βέρμαχτ, ο επικεφαλής της οποίας στρατάρχης Καϊτέλ, όπως και ο στρατηγός Γιοντλ, εργάστηκαν για τις επιχειρήσεις αυτές με εξαίσιο τρόπο, όπως πάντοτε. Η Πολεμική Αεροπορία, υπό την προσωπική ανώτατη διοίκηση του στρατάρχη του Ράιχ και του επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου αντιπτέραρχου Γιέσονεκ είχε διακριθεί σε δύο κύριες ομάδες, η μία υπό τις διαταγές του αντιπτέραρχου Λορ και η άλλη υπό τις διαταγές του αντιπτέραρχου φον Ριχτχόφεν. Αποστολή της Αεροπορίας ήταν κατά πρώτον να καταστρέψει την εχθρική αεροπορία και να εξαλείψει τις επίγειες υποδομές της• δεύτερον, να προσβάλει όλους τους σημαντικούς στρατιωτικούς στόχους στο κέντρο των συνωμοτών, το Βελιγράδι, και έτσι να τους εξαλείψει ήδη εξ αρχής• τρίτον, να παράσχει την πλέον ενεργή συνδρομή στον αγωνιζόμενο γερμανικό στρατό με τις πτήσεις και την προσβολή της εχθρικής αεροπορίας, να κάμψει την αντίσταση του εχθρού, να καταστήσει δυσχερείς τις επιχειρήσεις της αεροπορίας του και – αν ήταν δυνατόν – να αποτρέψει την επιβίβασή του σε πλοία για απαγκίστρωση. Επίσης με την χρήση των επίγειων δυνάμεων της αεροπορίας και των αλεξιπτωτιστών να παράσχει σημαντική βοήθεια στα καθήκοντα του στρατού ξηράς.

Κύριοι βουλευτές! Στην εκστρατεία αυτή οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις πράγματι υπερέβαλαν εαυτές. Ακόμη και η ίδια η ανάπτυξη του στρατού στα διάφορα μέτωπα παρείχε ανυπολόγιστες δυσκολίες. Η επίθεση εναντίον των εν μέρει ισχυρότατα οχυρωμένων θέσεων, ιδίως στο μέτωπο της Θράκης, ανήκε στις πλέον δύσκολες αποστολές, με τις οποίες ήταν δυνατόν να επιφορτιστεί μία στρατιά. Τεθωρακισμένοι σχηματισμοί αγωνίσθηκαν στην εκστρατεία αυτή επί εδάφους το οποίο έως τότε εθεωρείτο ως αδιάβατο για τα τεθωρακισμένα. Μηχανοκίνητοι σχηματισμοί πραγματοποίησαν κατορθώματα, τα οποία εξασφαλίζουν τον μεγαλύτερο έπαινο για κάθε στρατιώτη, για την ικανότητα του, το θάρρος του, την αντοχή του, καθώς και για την ποιότητα του υλικού. Οι μεραρχίες του Πεζικού, των Τεθωρακισμένων και των Ορεινών Κυνηγών, καθώς και οι μονάδες των Waffen-SS συναγωνίστηκαν μεταξύ τους αδιάκοπα σε ανδρεία και αυτοθυσία, σε αντοχή και εγκαρτέρηση, προσπαθώντας να πραγματοποιήσουν τους σκοπούς που είχαν τεθεί.
Η εργασία του Γενικού Επιτελείου υπήρξε και πάλιν έξοχη. Αλλά και η Πολεμική Αεροπορία προσέθεσε στην ήδη μεγάλη της δόξα μία νέα σελίδα θριάμβου: Διεξήγαγε με αυτοθυσία και τόλμη, την οποία μπορεί να εκτιμήσει μόνον όποιος γνωρίζει τις δυσκολίες του εδάφους αυτού, υπό τις πλέον δυσμενείς καιρικές συνθήκες, επιθέσεις διαρκείας πολλών ημερών, οι οποίες έως πρόσφατα θεωρούνταν εντελώς αδύνατες. Αντιαεροπορικά πυροβόλα συνόδευαν, όπως πάντοτε, το πεζικό και τις τεθωρακισμένες μεραρχίες σε οδούς, οι οποίες ούτε ως μονοπάτια δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Επιγραμματικά μπορεί κανείς να αναφέρει για την εκστρατεία αυτή ότι για τον Γερμανό στρατιώτη τίποτε δεν είναι ακατόρθωτο!
Πρέπει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στους οδηγούς των αρμάτων μάχης όσον και των μηχανοκινήτων μονάδων, τους οδηγούς των εφοδιοπομπών, των μηχανών έλξεως του πυροβολικού και των αντιαεροπορικών στο πολεμικό αυτό μέτωπο. Το Μηχανικό μας έγραψε μία εξαιρετικά ένδοξη σελίδα στο ενεργητικό του, όσον αφορά τον αγώνα εναντίον των οχυρωμένων θέσεων και την προσπάθεια επισκευής των γεφυρών και των οδών. Οι μονάδες των Διαβιβάσεων είναι άξια ιδιαιτέρου επαίνου.
Η νικηφόρος αυτή εκστρατεία, που διεξήχθη σε κατεστραμμένες οδούς, σε βραχώδεις κατωφέρειες, στις πιο στενές ορεινές ατραπούς, δια μέσου ορμητικών χειμάρρων, πάνω από κατεστραμμένες γέφυρες, πάνω σε πανύψηλες κορυφές με διαβάσεις και αποψιλωμένες κλιτύες, κατέστειλε τον πόλεμο σε δύο κράτη εντός χρονικού διαστήματος μόλις τριών εβδομάδων.
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μεγάλο ποσοστό των επιτυχιών αυτών ανήκει στους συμμάχους μας. Ο αγώνας της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος, ο οποίος διήρκεσε έξι μήνες και ο οποίος διεξήχθη υπό τους πλέον δυσχερείς όρους και στοίχισε τις μεγαλύτερες θυσίες, δεν καθήλωσε μόνον τον κύριο όγκο του ελληνικού στρατού, αλλά και τον εξάντλησε σε τέτοιο σημείο, ώστε η κατάρρευσή του είχε καταστεί αναπότρεπτη. Επίσης ο ουγγρικός στρατός δικαίωσε επίσης εκ νέου το ένδοξο πολεμικό παρελθόν του. Κατέλαβε την Μπάτσκα και προήλασε με μηχανοκίνητες μονάδες υπερβαίνοντας τον Σαύο.
Χάριν όμως της ιστορικής δικαιοσύνης είμαι υποχρεωμένος να διαπιστώσω ότι από τους αντιπάλους, οι οποίοι μας αντιμετώπισαν, ήταν ιδιαίτερα ο Έλληνας στρατιώτης που πολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς τον θάνατο. Συνθηκολογούσε τότε μόνον, όταν κάθε περαιτέρω αντίσταση ήταν αδύνατη και επομένως μάταιη.
Είμαι όμως υποχρεωμένος επίσης να μιλήσω πλέον και για τον αντίπαλο εκείνον, ο οποίος υπήρξε η αφορμή και η αιτία αυτής της εκστρατείας. Ως Γερμανός και ως στρατιωτικός το θεωρώ ανάξιο να καθυβρίσω έναν γενναίο αντίπαλο. Θεωρώ όμως αναγκαίο να υπερασπιστώ την αλήθεια εναντίον της κομπορρημοσύνης ενός ανθρώπου, ο οποίος ως στρατιωτικός είναι άθλιος πολιτικός, όπως είναι ως πολιτικός εξίσου άθλιος στρατιωτικός, αναφέρομαι στον κ. Τσώρτσιλ.

 Ο κ. Τσώρτσιλ, ο οποίος υπήρξε υπαίτιος για αυτήν την εκστρατεία και αυτήν την φορά, προσπαθεί να διατυπώσει έναν συλλογισμό, ο οποίος, ακριβώς όπως και στην περίπτωση της Νορβηγίας ή της Δουνκέρκης, θα μπορούσε ενδεχομένως παρ’ όλα αυτά να ερμηνευθεί με κάποια ανακριβή σοφιστεία ως επιτυχία. Δεν θεωρώ κάτι τέτοιο έντιμο, αλλά το βρίσκω απολύτως φυσικό όσον αφορά αυτόν τον άνθρωπο. Εάν ένας άλλος πολιτικός είχε υποστεί τόσες ήττες και τόσο πολλές καταστροφές ως στρατιωτικός, σε καμία περίπτωση δεν θα παρέμενε ούτε έξι μήνες στο αξίωμά του, εκτός βέβαια εάν διέθετε την ικανότητα, τη μόνη που διακρίνει τον κ. Τσώρτσιλ, δηλαδή την ικανότητα να ψεύδεται με θεοσεβές ύφος και να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα για τόσο καιρό, ώστε τελικά ακόμη και η πιο τρομερή ήττα να μετατραπεί σε ένδοξη νίκη. Ο κ. Τσώρτσιλ πιθανώς μπορεί να εξαπατά τους συμπατριώτες του, δεν μπορεί όμως να εξαλείψει τις συνέπειες των ηττών του. Στην Ελλάδα αποβιβάσθηκε ένα αγγλικό εκστρατευτικό σώμα 60-70 περίπου χιλιάδων ανδρών. Ο ίδιος άνθρωπος υποστήριξε πριν από την καταστροφή ότι το εκστρατευτικό σώμα περιελάμβανε 240.000 άνδρες. Στόχος του σώματος αυτού ήταν να προσβάλει την Γερμανία από τα νότια, να προκαλέσει στρατιωτική ήττα στη Γερμανία και να μεταστρέψει, όπως το 1913, τις τύχες του πολέμου. Ο βοηθός του Τσώρτσιλ, που παρασύρθηκε ακόμη μία φορά στη δυστυχία – στην περίπτωση αυτή η Γιουγκοσλαβία – εκμηδενίσθηκε μέσα σε χρονικό διάστημα μόλις δύο εβδομάδων μετά την έναρξη των εχθροπραξιών. Και έπειτα από τρεις εβδομάδες τα βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα φονεύθηκαν, τραυματίστηκαν, αιχμαλωτίστηκαν, πνίγηκαν και τελικά εκδιώχθηκαν. Αυτή είναι η πραγματικότητα!
Είχα, μάλιστα, προφητεύσει στον τελευταίο λόγο μου, με περισσότερη ευστοχία από τον κ. Τσώρτσιλ, ότι θα επιτεθούμε στους Άγγλους και θα τους ρίξουμε στην θάλασσα, σε όποιο σημείο της ηπείρου και αν εμφανίζονταν. Πρόσφατα δε δήλωσε, με την γνωστή αυθάδειά του, ότι ο πόλεμος αυτός μας στοίχισε 75.000 νεκρούς, δηλαδή περισσότερες από τις διπλάσιες απώλειες που είχαμε στην εκστρατεία μας προς την Δύση. Προχωρεί μάλιστα ακόμη περισσότερο, καθώς με ένα από τα μίσθαρνα όργανά του πληροφορεί τους σπανίως με νοημοσύνη προικισμένους Άγγλους του, ότι οι Βρετανοί, αφού φόνευσαν απειράριθμους Γερμανούς, τελικά αποχώρησαν μόνο και μόνο από φρίκη για το θέαμα αυτής της σφαγής. Επομένως, οι Αυστραλοί και οι Νεοζηλανδοί θα βρίσκονταν ακόμη στην Ελλάδα, εάν οι Άγγλοι, οι οποίοι κατά σπάνιο τρόπο συνδύαζαν θάρρος λιονταριού και παιδική ευαισθησία, δεν είχαν σκοτώσει τόσο πολλούς Γερμανούς, ώστε τελικά να αισθανθούν αποστροφή και φρίκη από τις ίδιες τις ηρωικές τους πράξεις και να αποφασίσουν να φύγουν επιβιβαζόμενοι στα πλοία. Ίσως είναι αυτός ο λόγος, για τον οποίον βρήκαμε σχεδόν μόνο Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς νεκρούς ή τους αιχμαλωτίσαμε. Φαίνεται λοιπόν ότι τέτοια ψεύδη γίνονται πιστευτά σε μία δημοκρατία.

Θα σας υποβάλλω τώρα συνοπτικά με μερικά αριθμητικά δεδομένα τα αποτέλεσμα της εκστρατείας αυτής.
Κατά τις επιχειρήσεις εναντίον της Γιουγκοσλαβίας συνελήφθησαν αιχμάλωτοι αμιγώς Σέρβοι, εκτός από τους γερμανικής εθνικής καταγωγής, τους Κροάτες και Μακεδόνες, οι οποίοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία έχουν αφεθεί ελεύθεροι, 6.298 αξιωματικοί και 337.864 οπλίτες. Και οι αριθμοί, όμως, αυτοί δεν είναι οριστικοί, καθώς αντιπροσωπεύουν μόνον το αποτέλεσμα των έως τότε καταμετρήσεων.
Ο αριθμός των Ελλήνων αιχμαλώτων που ανέρχεται σε 8.000 περίπου αξιωματικούς και 210.000 άνδρες, δεν θα πρέπει να αξιολογηθεί συγκριτικά με τον αριθμό των Σέρβων αιχμαλώτων, διότι όσον αφορά τα ελληνικά στρατεύματα των μετώπων της Μακεδονίας και της Ηπείρου, θα πρέπει να αναφερθεί ότι αυτά υποχρεώθηκαν να συνθηκολογήσουν μόνον χάρη στις κοινές γερμανο-ιταλικές επιχειρήσεις, εξαιτίας των οποίων περικυκλώθηκαν και αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν. Και οι Έλληνες αιχμάλωτοι αφέθησαν ή θα αφεθούν σύντομα ελεύθεροι, λόγω της γενικώς ανδρείας στάσης των στρατιωτών αυτών.
Ο αριθμός των αιχμαλώτων Άγγλων, Νεοζηλανδών και Αυστραλών, σε αξιωματικούς και οπλίτες, υπερβαίνει τους 9.000. Η λεία δεν είναι δυνατόν προς το παρόν ακόμη να υπολογιστεί με ακρίβεια. Το μερίδιο υλικού που μας αναλογεί χάρη στην δράση των όπλων μας, περιλαμβάνει επί τη βάσει των καταμετρήσεων, οι οποίες έγιναν έως τώρα, περισσότερα από 500.000 ατομικά όπλα, πολύ περισσότερα από 1.000 τηλεβόλα, πολλές χιλιάδες πολυβόλα, αντιαεροπορικά πυροβόλα, ολμοβόλα, απειράριθμα οχήματα και τεράστιες ποσότητες πολεμοφοδίων και αντικειμένων εξοπλισμού.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να προσθέσω και τους αριθμούς των εχθρικών πλοίων που βυθίστηκαν από την δράση της Αεροπορίας. Καταστράφηκαν 75 πλοία συνολικής χωρητικότητας περίπου 400.000 τόνων, ενώ προκλήθηκαν ζημίες σε 147 πλοία συνολικής χωρητικότητας περίπου 700.000 τόνων.
Τα αποτελέσματα αυτά κατέστησαν δυνατά χάρη στην δράση των ακόλουθων γερμανικών δυνάμεων:
1. Για τις επιχειρήσεις στη νοτιοανατολική Ευρώπη προβλεπόταν να χρησιμοποιηθούν συνολικά 31 πλήρεις και δύο ημιπλήρεις μεραρχίες. Η κινητοποίηση των δυνάμεων αυτών πραγματοποιήθηκε εντός επτά ημερών.
2. Από τις μεραρχίες αυτές συμμετείχαν όντως στις πολεμικές επιχειρήσεις ένδεκα μεραρχίες πεζικού και Ορεινών Κυνηγών, έξι τεθωρακισμένες μεραρχίες, τρεις πλήρεις και δυο ημιπλήρεις μηχανοκίνητες μεραρχίες του στρατού και των Waffen-SS.
3. Από τους σχηματισμούς αυτούς ένδεκα βρίσκονταν συνεχώς σε πολεμική δραστηριότητα για περισσότερες από έξι ημέρες και δέκα για λιγότερες από έξι ημέρες.
4. Στις πολεμικές επιχειρήσεις δεν συμμετείχαν καθόλου ένδεκα σχηματισμοί.
5.Ήδη πριν την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα κατέστη εφικτό να αποσυρθούν από το μέτωπο τρεις σχηματισμοί, ενώ άλλοι τρεις δεν μεταφέρθηκαν καν στο πεδίο της μάχης, καθώς δεν ήταν πλέον αναγκαίο, τέλος δε δύο σχηματισμοί παρέμειναν στις βάσεις τους για τον ίδιο λόγο.
6. Στον αγώνα κατά των Άγγλων συμμετείχαν συγκεκριμένα μόνον πέντε σχηματισμοί. Σε αυτούς περιλαμβάνονταν τρεις τεθωρακισμένες μεραρχίες, από τις οποίες μόνον οι δύο αγωνίστηκαν διαρκώς. Η τρίτη μεραρχία παρέμεινε στη βάση της όσο διαρκούσαν οι επιχειρήσεις και αποσύρθηκε, καθώς δεν ήταν πλέον απαραίτητη.
Τελειώνοντας, είμαι σε θέση να βεβαιώσω ότι στον αγώνα κατά των Άγγλων, Νεοζηλανδών και Αυστραλών, συμμετείχαν στην πραγματικότητα μόνον δύο τεθωρακισμένες μεραρχίες, μία μεραρχία Ορεινών Κυνηγών και η Leibstandarte. Οι απώλειες του γερμανικού στρατού και της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, καθώς και εκείνες των Waffen-SS υπήρξαν, πράγματι, κατά την εκστρατεία αυτήν οι μικρότερες, τις οποίες είχαμε μέχρι σήμερα.
Οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις είχαν τις εξής απώλειες στον αγώνα κατά της Γιουγκοσλαβίας, της Ελλάδος και της Μεγάλης Βρετανίας:
Στρατός ξηράς και Waffen-SS:
57 αξιωματικοί και 1042 υπαξιωματικοί και οπλίτες νεκροί, 181 αξιωματικοί και 3571 υπαξιωματικοί και οπλίτες τραυματίες και 13 αξιωματικοί και 372 υπαξιωματικοί και οπλίτες αγνοούμενοι.
Πολεμική Αεροπορία:
10 αξιωματικοί και 42 υπαξιωματικοί οπλίτες νεκροί, 36 αξιωματικοί και 104 υπαξιωματικοί και οπλίτες αγνοούμενοι.
Κύριοι βουλευτές! Δεν μπορώ παρά να επαναλάβω ότι συναισθανόμαστε πλήρως την βαρύτητα του πλήγματος για κάθε οικογένεια και ότι ολόκληρος ο γερμανικός λαός τις ευχαριστεί από τα βάθη της καρδιάς του. Ωστόσο, στη συνολική εικόνα οι απώλειες αυτές είναι τόσο ελάχιστες, ώστε να δικαιώνουν πλήρως:
1. την διενέργεια και το χρονικό διάστημα αυτής της εκστρατείας
2. την διεξαγωγή των επιχειρήσεων και
3. τον τρόπο διεξαγωγής των επιχειρήσεων αυτών.

Οι παράγοντες, οι οποίοι συνέβαλαν σε μία τόσο αποφασιστική επιτυχία με τόσο ελάχιστες απώλειες ήταν η απαράμιλλη εκπαίδευση του σώματος των αξιωματικών μας, οι μεγάλες ικανότητες των στρατιωτών μας, η ανωτερότητα του οπλισμού μας, η ποιότητα των πολεμοφοδίων μας, καθώς και η ψύχραιμη γενναιότητα κάθε στρατιώτη. Και αυτό την ίδια περίοδο που οι ενωμένες δυνάμεις του Άξονα εκμηδένισαν εντός ολίγων εβδομάδων τις λεγόμενες επιτυχίες των βρετανικών δυνάμεων στην βόρειο Αφρική.
Διότι δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε την δράση του γερμανικού εκστρατευτικού σώματος της Αφρικής, την στενά συνδεδεμένη με το όνομα του στρατηγού Ρόμμελ, καθώς και την δράση των ιταλικών πολεμικών δυνάμεων στον αγώνα για την Κυρηναϊκή, από την επιχείρησή μας στα Βαλκάνια. Ένας από τους πλέον ανίκανους στρατιωτικούς ηγέτες ηττήθηκε με ένα χτύπημα σε δύο πολεμικά μέτωπα.
Το ότι ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος θα παραπεμπόταν από κάθε άλλον λαό σε στρατοδικείο, απολαμβάνει της εμπιστοσύνης ως πρωθυπουργός στην χώρα αυτή, δεν αποτελεί ένδειξη μίας διάθεσης αντίστοιχης προς την αρχαία μεγαλοθυμία των Ρωμαίων συγκλητικών απέναντι στους στρατηγούς τους που είχαν ηττηθεί με τρόπο έντιμο, αλλά τουναντίον απόδειξη εκείνης της διαχρονικής τύφλωσης, με την οποία οι θεοί μωραίνουν ους βούλονται απωλέσαι.
Οι συνέπειες της εκστρατείας αυτής είναι εξαιρετικές. Λόγω της πιθανότητας, η οποία επιβεβαιώθηκε από τις περιστάσεις, ότι μία μικρή κλίκα συνωμοτών του Βελιγραδίου θα ήταν πάντοτε σε θέση να προκαλεί εστίες ανάφλεξης ταραχές χάριν μη ηπειρωτικών συμφερόντων, όλη η Ευρώπη ευνοείται από το γεγονός ότι ο κίνδυνος αυτός έχει πλέον τελείως εκλείψει. Ο Δούναβης, η πολύ σημαντική αυτή συγκοινωνιακή αρτηρία, εξασφαλίσθηκε για πάντα από περαιτέρω υπονομευτικές ενέργειες. Η συγκοινωνία έχει ήδη αποκατασταθεί σε όλη την έκταση του ποταμού. Το Γερμανικό Ράιχ δεν διατηρεί καμία άλλη εδαφική αξίωση στις περιοχές αυτές, εκτός από μία μικρή επανόρθωση όσον αφορά τα παραβιασθέντα από την έκβαση του παγκοσμίου πολέμου σύνορά του. Από πολιτικής άποψης ενδιαφερόμαστε μόνο για την εξασφάλιση της ειρήνης στην περιοχή αυτή, ενώ από οικονομικής άποψης για την αποκατάσταση μιας τάξης πραγμάτων, η οποία θα επιτρέψει την ανάπτυξη της παραγωγής και κατασκευής των προϊόντων προς το συμφέρον όλων, καθώς και την διευκόλυνση της ανταλλαγής εμπορευμάτων.
Κάθε ενέργεια, όμως, ανταποκρίνεται τότε μόνον στο πνεύμα μιας ανωτέρας δικαιοσύνης, όταν λαμβάνονται υπ’ όψιν και τα συμφέροντα εκείνα, τα οποία εδράζονται σε εθνογραφικά, ιστορικά και οικονομικά δεδομένα. Στην εξέλιξη αυτή, πάντως, η Γερμανία είναι απλώς ένας ενδιαφερόμενος θεατής. Χαιρετίζουμε το γεγονός ότι οι σύμμαχοί μας είναι τώρα πλέον σε θέση να ικανοποιήσουν τις δίκαιες εθνικές και πολιτικές φιλοδοξίες τους. Χαιρόμαστε για την δημιουργία ενός ανεξάρτητου κροατικού κράτους, με το οποίο ελπίζουμε να συνεργασθούμε μελλοντικά με βάση τις αρχές της φιλίας και της εμπιστοσύνης. Ιδίως από οικονομικής άποψης, μία τέτοια εξέλιξη θα αποβεί προς όφελος και των δύο πλευρών.
Το γεγονός επίσης ότι ο ουγγρικός λαός έκανε άλλο ένα βήμα στην αναθεώρηση της άδικης συνθήκης ειρήνης που του είχε επιβληθεί, γίνεται δεκτό από την πλευρά μας με εγκάρδια κατανόηση. Η επανόρθωση της αδικίας που είχε συντελεστεί στο παρελθόν σε βάρος της Βουλγαρίας μας συγκινεί ιδιαίτερα, καθώς πιστεύουμε ότι με την πολεμική δράση του γερμανικού λαού πετύχαμε την αναθεώρηση αυτή, ανταποδίδοντας έτσι ένα ιστορικό μας χρέος προς τη χώρα που στάθηκε πιστός συμπολεμιστής μας στον Μεγάλο Πόλεμο. Το γεγονός δε ότι η σύμμαχός μας Ιταλία αποκτά επιρροή στον ζωτικό χώρο που της αρμόζει, μας προσφέρει ιδιαίτερη ικανοποίηση δεδομένης της μεγάλης θυσίας αίματος, στην οποία υποβλήθηκε από τον Οκτώβριο του περασμένου έτους χάριν του μέλλοντος του Άξονα.
Για τον ηττημένο και ατυχή ελληνικό λαό αισθανόμαστε ειλικρινή συμπάθεια. Υπήρξε θύμα του βασιλιά του και μίας μικρής παρασυρμένης ηγετικής κλίκας. Ωστόσο αγωνίστηκε με τόσο μεγάλη γενναιότητα, ώστε ακόμη και οι εχθροί του δεν μπορούν να αρνηθούν την εκτίμησή τους προς αυτόν. Ο σερβικός λαός, πάντως, ίσως να εξάγει από την παρούσα καταστροφή του το μόνο ορθό συμπέρασμα, ότι δηλαδή οι στασιαστές αξιωματικοί στάθηκαν για την χώρα αυτή υπεύθυνοι δυστυχίας.
Όλοι όσοι υπέστησαν καταστροφή κατά πάσα πιθανότητα δεν θα ξεχάσουν αυτήν την φορά τόσο γρήγορα τον εντελώς ευγενικό τρόπο, με τον οποίον τους ξέγραψαν το κράτος και οι ηγέτες τους, εκείνοι ακριβώς για τους οποίους θα είχαν την τιμή να θυσιαστούν, σύμφωνα με το ωραίο αξίωμα ότι «ψόφησε το βόδι, πάει η κολιγιά μας». Πολύ σπάνια έχει ανταμειφθεί με μεγαλύτερο κυνισμό η θυσία των μικρών λαών απ’ ό,τι σε αυτήν την περίπτωση. Διότι η πλέον αδιάντροπη ενέργεια που έχει να επιδείξει η παγκόσμια ιστορία είναι να παρακινούνται έθνη να συμμετάσχουν σε έναν πόλεμο για να βοηθήσουν και μετά να τους ανακοινώνεται ότι κανείς δεν πίστευε εκ των προτέρων σε επιτυχή έκβαση του αγώνα και ότι αυτό συνέβη μόνο και μόνο για να αναγκαστεί κάποιος άλλος, ο οποίος δεν ήθελε να πολεμήσει στο πολεμικό αυτό μέτωπο, να πολεμήσει. Μόνο μία ιστορική εποχή, κατά την οποία η καπιταλιστική χρηματική απληστία ενώνεται σε τέτοιο βαθμό με την πολιτική υποκρισία, όπως συμβαίνει σήμερα στις δημοκρατίες μας, μπορεί να εκλάβει μία τέτοια πράξη ως τόσο λίγο επαίσχυντη, ώστε οι υπεύθυνοι για αυτήν να καυχώνται, ακόμη και δημοσίως.

[…]

1 σχόλιο

  • Δεν είναι θλιβερό; Κάποτε μας θαύμαζαν ακόμα κι οι εχθροί μας, τώρα μας αποστρέφονται ακόμα κι οι φίλοι μας…
    Και δεν έχουμε καν τη δικαιολογία ότι “δεν ακούσαμε ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον”…

Κλικάρετε εδώ για να σχολιάσετε