Τη Σοφία Παπάζογλου, θα μπορούσα χωρίς ίχνος υπερβολής, να τη χαρακτηρίσω ως μια από τις σημαντικότερες – κορυφαίες Ελληνίδες ερμηνεύτριες.
Ο χαρακτηρισμός αυτός μπορεί να ξενίσει πολλούς, αφού η Παπάζογλου δεν είναι δα και η πιο γνωστή τραγουδίστρια στο ευρύ κοινό.
Αυτό το γεγονός, όμως, ουδόλως μπορεί να μας παραξενεύει , αφού ούτε σε σχολές ριάλιτι «φοίτησε», ούτε προέταξε τα εξωτερικά της χαρίσματα –παρ’ ότι είναι πλουσιότατα- ούτε έβαλε τους δαιμόνιους παπαράτσι στο κατόπι της προσωπικής της ζωής, για ν’ αναγνωριστεί και να κάνει πορεία.
Την εποχή που το κάθε ατάλαντο – πλην καλλίγραμμο – κοριτσάκι βαφτίζεται αοιδός, το μαθαίνει κι η γιαγιά Παγώνα στο Πέρα Χωριό και το λιμπίζεται ο κυρ Αρτέμης στο Δώθε Χωριό, η Σοφία Παπάζογλου διάλεξε άλλο δρόμο.
Αυτόν, της ουσιαστικής καλλιτεχνίας, που κάνει τους ανθρώπους να εκτιμούν και να σέβονται εκείνους που τον διαβαίνουν.
Τη Σοφία Παπάζογλου, την έχω γνωρίσει μέσα απ’ την δισκογραφία της, είτε με τον Μαμαγκάκη, είτε με τον Πάππο, είτε με τον Ζήκα, είτε με το πρόσφατο «Παράξενο ταξείδι» της.
Ομολογώ ότι η φωνή της με καθηλώνει.
Αναζητώντας περισσότερα για εκείνη, έμαθα ότι γεννήθηκε στο Βέλγιο από γονείς μετανάστες που επαναπατρίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν εκείνη ήταν ένα μικρό κι ίσως νιάνιαρο κοριτσόπουλο.
Προφανώς, απ’ εκείνους «μπολιάστηκε» στους καημούς του λαϊκού τραγουδιού.
Σπούδασε δασκαλίτσα.
Κι ευτυχώς – τρόπος του λέγειν – διάλεξε το τραγούδι από την έδρα κάποιας ανήλιαγης τάξης, παρ’ ότι μπορεί μερικοί να λέγανε, ότι η δασκαλίτσα είναι… μια λεβεντιά καμαρωτή.
Θα μπορούσα, με μπόλικη υπερβολή, να τη θεωρήσω μια ηρωίδα του Παπαδιαμάντη, γιατί, είναι η κοπέλα «που κατόρθωσε να συλλάβει με τας χείρας της προς στιγμή εν όνειρον….».
Το όνειρο που, υποθέτω, ότι συνέλαβε, ήταν ασφαλώς η μουσική και το τραγούδι.
Τραγούδι, που άλλοτε ντύνεται ρεμπέτικο, άλλοτε λαϊκό, άλλοτε έντεχνο.
Την άκουσα να τραγουδά προσφάτως, σε μια εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης του Σπύρου Παπαδόπουλου.
Η φωνή της, η απίστευτη χροιά της, η «μπιθικώτσεια» άρθρωσή της, η ψυχή της, το στήσιμό της στο πάλκο, μ’ έκαναν να συκινηθώ, μέχρι να βουρκώσω, μου δημιούργησε απίστευτα συναισθήματα.
Μ’ έκαναν να ριγίσω.
Μ’ έκαναν να καθηλωθώ, όπως είπα προηγουμένως.
Μ΄ έκαναν, ακόμη και ν’ αγανακτήσω αφού αυτή η κοπέλα, μ’ αυτή τη σπουδαία φωνή, δεν αναγνωρίζεται από τους πολλούς, ως μια από τις πρώτες. Ως μια από τις κορυφαίες.
Η φωνή της έχει απίστευτα μικρά και μεγάλα μυστικά.
Καθάρια σαν γάργαρο νερό, λες κι έρχεται απ’ την εποχή που σαγήνευε τον κόσμο η μεγάλη Μαρίκα Νίνου.
Όπου πρέπει στακάτη και τίμια, όταν όμως έρχεται το παράπονο, όταν έρχεται η ανατολή, η φωνή της Σοφίας Παπάζογλου, ταυτίζεται με το παραμύθι της.
Γίνεται ένα με τη Γκιουλμπαχάρ, τον Τσιτσάνη, τη Σμύρνη, τους πόθους, τους λαϊκούς καημούς κι αναστεναγμούς…
Μ’ ένα, μόνο, πρόβλημα.
Η Μαρίκα Νίνου έζησε σε μια εποχή που τα ρεμπέτικα και τα λαϊκά τραγούδια, τα έγραφαν σημαντικοί, μεγάλοι δημιουργοί.
Η Σοφία Παπάζογλου, ζει σε μια εποχή που οι λαϊκοί συνθέτες σπανίζουν και τα βιώματα όλων μας, δεν επιτρέπουν τη δημιουργία γνήσιων λαϊκών τραγουδιών.
Έτσι, περιορίζεται στις επανεκτελέσεις παλιών αριστουργημάτων, τουλάχιστον στις σποραδικές και καλά προσεγμένες τηλεοπτικές της εμφανίσεις
Το κάνει, όμως, με τέτοιο τρόπο που τις περισσότερες φορές οι πρώτες εκτελέσεις ακούγονται φτωχές!
Στον πρόσφατο δίσκο της, το «παράξενο ταξείδι», «είδα» κι άκουσα κι άλλες πτυχές του απίστευτου ταλέντου και της πληθωρικής φωνής της.
Την άκουσα να ερμηνεύει εκπληκτικά κάποιες μπαλάντες του Σαββόπουλου, του Μάλαμα, την άκουσα να ταξιδεύει με περίσεια άνεση στους ήχους της τζαζ και ν’ απογειώνεται στην Αλαγιάννη και στους Κατσιμιαχαίους.
Ειλικρινά λέω, ότι σε μια εποχή που ακούμε σκουπίδια και μας γίνεται πλύση εγκεφάλου με την απογείωση της μετριότητας, ο δίσκος της Σοφίας Παπάζογλου, έρχεται ως το δυνατότερο αντιβιωτικό για πάσα νόσο και μαλακία.
Διαψεύδει τους μύθους που κάποιοι μας έχουν κάνει βίωμα.
Θέλω να τονίσω και κάτι ακόμη.
Η Σοφία Παπάζογλου, παρ’ ότι έχει συνεργαστεί κατά καιρούς με σημαντικές προσωπικότητες του μουσικού μας στερεώματος, όπως ο Νταλάρας, η Αρβανιτάκη, ο Παντελής Θαλασσινός κι ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, φαίνεται ότι ουδείς την αξιοποίησε – δισκογραφικά – κι όλοι στεκόντουσαν στη σπουδαία φωνή της, ως εργαλείο για τη δική τους βοήθεια κι όχι για να τη στηρίξουν, να την προωθήσουν, να την αναδείξουν.
Από την άλλη πλευρά, ως έχουσα δεκαπενταετή – τουλάχιστον- θητεία στα ελληνικά μουσικά δρώμενα, είναι απορίας άξιο γιατί δεν βρήκε τον δρόμο που βρήκαν η Αρβανιτάκη, η Τσαλιγοπούλου, η Κανά και κάποιες άλλες εξ ίσου σημαντικές ερμηνεύτριες.
Έστω κι έτσι, όμως, δεδομένης της σπουδαίας φωνής της και της ρήσης του λαού μας ότι ποτέ δεν είν’ αργά, η Σοφία Παπάζογλου «χρωστάει» πολλά, τόσο στον εαυτό της, όσο και σε όλους μας.
Για να μη μείνουν οι χαρακτηρισμοί που της αποδίδονται, απλά φληναφήματα, αλλά κι επειδή οι ψυχές και τα ώτα μας έχουν ανάγκη προσωπικότητες και φωνές όπως εκείνης…
Ακούστε τη και θα με θυμηθείτε.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ
Προσθήκη σχολίου